ΜΕΡΟΣ 7ο - Ὁ Τρισάγιος Ὕμνος.

ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ

ΣΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

ΜΕΡΟΣ 7ο - Ὁ Τρισάγιος Ὕμνος.

 .17
15 «Τρισάγιος ὕμνος» λέγεται ἔτσι, ἐπειδή περιέχει τρεῖς φορές τήν λέξη «ἅγιος». Ἐμπνέεται τόσο ἀπό τόν ὕμνο τῶν Ἀγγέλων, ὅπως περιγράφεται στόν προφήτη Ἠσαΐα, (6, 3) «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος, Κύριος Σαβαώθ...», ὅσο καί ἀπό τήν φράση τοῦ ψαλμωδοῦ, «ἐδίψησεν ἡ ψυχή μου πρός τόν Θεόν, τόν ἰσχυρόν, τόν ζῶντα». (Ψαλμ. 41, 3) (Θεία Λατρεία καί Παιδεία 1. Ἡ θεία Λειτουργία τοῦ ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, ἔκδ. Ο.Χ.Α. «Λυδία», σ. 141-142) Δηλαδή, οἱ τρεῖς λέξεις: Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἶναι τῶν Ἁγγέλων καί οἱ τρεῖς λέξεις: Θεός, ἰσχυρός, ζῶν ἤ ἀθάνατος εἶναι τοῦ Δαυΐδ.

Βάζοντας δύο - δύο τίς λέξεις αὐτές σχηματίζεται ὁ Τρισάγιος Ὕμνος. Ἡ Ἐκκλησία πρόσθεσε καί τήν φράση «Ἐλέησον ἡμᾶς». Μέ τήν σύνταξη του Τρισαγίου Ὕμνου, Ἄγγελοι καί ἄνθρωποι ἔγιναν μία Ἐκκλησία καί ἕνας χορός. Μέ τόν Τρισάγιο Ὕμνο ὁ Λειτουργός καί οἱ πιστοί συνταυτίστηκαν μέ τά Ἀγγελικά τάγματα στό ἔργο τῆς δοξολογίας τοῦ Θεοῦ. Ἡ ὁρατή καί ἀόρατη δημιουργία συναθροίσθηκαν ἐπί τό αὐτό καί ἀπό κοινοῦ πανηγυρίζουν δοξολογώντας τόν Κύριο.
Ἕνας ἱστορικός τοῦ Βυζαντίου, ὁ Θεοφάνης, ἀναφέρει γιά τόν ὕμνο τό ἑξῆς γεγονός: Ὅταν ἦταν πατριάρχης στήν Κωνσταντινούπολη ὁ Πρόκλος (μαθητής τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου) ἡ Κωνσταντινούπολη γιά τέσσερις μῆνες συνέχεια σείονταν ἀπό σεισμούς. Οἱ κάτοικοι τρομαγμένοι ἔτρεξαν ἔξω ἀπό τά τείχη τῆς πόλεως σέ κάποιο μέρος πού ὀνομαζόταν Κάμποι, κι ἐκεῖ προσεύχονταν καί μέ δάκρυα στά μάτια παρακαλοῦσαν τόν Θεό νά σταματήσει τό σεισμό.
Κάποια μέρα, ὅταν ἡ γῆ σείονταν καί ὁ λαός ἔλεγε τό «Κύριε ἐλέησον», μιά ἀόρατη δύναμη ἄρπαξε μέσα ἀπό τόν λαό ἕνα παιδί, τό ὕψωσε πρός τόν οὐρανό καί ὅταν τό παιδί ξαναγύρισε στήν γῆ, εἶπε πώς ἄκουσε μιά θεϊκή φωνή πού τοῦ παρήγγειλε νά πεῖ στόν ἐπίσκοπο ὅτι στίς λιτανεῖες πού κάνουν πρέπει νά ψέλνουν τό: «Ἅγιος ὁ Θεός, ἅγιος ἰσχυρός, ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς». Ὁ Πατριάρχης Πρόκλος ζήτησε τότε ἀπό τό λαό νά ψάλλουν ὅλοι μαζί τόν ὕμνο αὐτό. Καί μόλις ἄρχισαν νά τόν ψέλνουν ἀμέσως ὁ σεισμός σταμάτησε.
Ἡ αὐτοκράτειρα Πουλχερία, εἶναι ἐκείνη πού θέσπισε, ὁ ὕμνος αὐτός νά ψέλνεται σ᾽ ὅλες τίς ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Ὅσοι ἀσχολήθηκαν μέ τήν ἑρμηνεία τοῦ Τρισαγίου Ὕμνου, ὑποστηρίζουν ὅτι ὁ ὕμνος αὐτός εἶναι ἀρχαιότατος. Καί μάλιστα ἦταν γνωστός ὁ ὕμνος αὐτός στήν Ἐκκλησία προτοῦ γίνει Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ὁ Πρόκλος.
Ὑπῆρχε κάποιος αἰρετικός ὁ Πέτρος ὁ Γναφεύς. Αὐτός ἀπό μόνος του γιά νά στηρίξει τίς κακοδοξίες του εἶχε προσθέσει στόν Τρισάγιο Ὕμνο τήν φράση «ὁ σταυρωθεὶς δι᾽ ἡμᾶς», δηλαδή ἔλεγε: «Ἅγιος ὁ Θεός, ἅγιος ἰσχυρός, ἅγιος ἀθάνατος, ὁ σταυρωθεὶς δι᾽ ἡμᾶς, ἐλέησον ἡμᾶς». Ἡ προσθήκη ὅμως αὐτή εἶναι αἱρετική γιατί ὁ Τρισάγιος Ὕμνος ἀναφέρεται στά Τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Μέ τό νά προσθέτει ὁ «σταυρωθεὶς δι᾽ ἡμᾶς» σημαίνει ὅτι σταυρώθηκαν καί τά τρία πρόσωπα ἐνῷ σταυρώθηκε μόνο τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Ἔτσι λοιπόν τό περιστατικό ἐκεῖνο μέ τό σεισμό ἔγινε ἡ αἰτία ὥστε ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ νά φανερώσει στούς ἀνθρώπους ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Ἀφοῦ ψαλεῖ τό Κοντάκιο τῆς ἡμέρας, ὁ Διάκονος ἀπότήν ὡραία Πύλη, δείχνοντας μέ τό Ὀράριο πρός τόν Λαό, ἐκφωνεῖ·

Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.

Ὁ α´ χορός· Κύριε, ἐλέησον.

Ὁ α´ Ἱερέας μπροστά στήν ἁγία Τράπεζα καί μέ ἀνασηκωμένα τά χέρια του, λέει, «εἰς ἐπήκοον πάντων», τήν·

ΕΥΧΗ ΤΟΥ ΤΡΙΣΑΓΙΟΥ ΥΜΝΟΥ

Θεὸς ὁ ἅγιος, ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος, ὁ τρισαγίῳ φωνῇ ὑπὸ τῶν Σεραφὶμ ἀνυμνούμενος καὶ ὑπὸ τῶν Χερουβὶμ δοξολογούμενος καὶ ὑπὸ πάσης ἐπουρανίου δυνάμεως προσκυνούμενος· ὁ ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι παραγαγὼν τὰ σύμπαντα· ὁ κτίσας τὸν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα σὴν καὶ ὁμοίωσιν καὶ παντί σου χαρίσματι κατακοσμήσας· ὁ διδοὺς αἰτοῦντι σοφίαν καὶ σύνεσιν καὶ μὴ παρορῶν ἁμαρτάνοντα, ἀλλὰ θέμενος ἐπὶ σωτηρίᾳ μετάνοιαν· ὁ καταξιώσας ἡμᾶς τοὺς ταπεινοὺς καὶ ἀναξίους δούλους σου καὶ ἐν τῇ ὥρᾳ ταύτῃ στῆναι κατενώπιον τῆς δόξης τοῦ ἁγίου σου Θυσιαστηρίου καὶ τὴν ὀφειλομένην σοι προσκύνησιν καὶ δοξολογίαν προσάγειν· αὐτός, Δέσποτα, πρόσδεξαι καὶ ἐκ στόματος ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν τὸν Τρισάγιον ὕμνον καὶ ἐπίσκεψαι ἡμᾶς ἐν τῇ χρηστότητί σου. Συγχώρησον ἡμῖν πᾶν πλημμέλημα ἑκούσιόν τε καὶ ἀκούσιον· ἁγίασον ἡμῶν τὰς ψυχὰς καὶ τὰ σώματα καὶ δὸς ἡμῖν ἐν ὁσιότητι λατρεύειν σοι πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς ἡμῶν· πρεσβείαις τῆς ἁγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν Ἁγίων, τῶν ἀπ᾿ αἰῶνός σοι εὐαρεστησάντων.

«Ὁ Θεός εἶναι ὁ μόνος Ἅγιος καί ἐπαναπαύεται σέ ἁγίους. Τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ δοξολογεῖται καί ὑμνεῖται ἀπό τούς ἀρχαγγέλους καί προσκυνεῖται ἀπ᾽ ὅλα τά ἀγγελικά τάγματα. Δημιούργησε τόν κόσμο ἀπό τό μηδέν. Ἔπλασε τόν ἄνθρωπο κατ᾽ εἰκόνα καί ὁμοίωσή Του καί τόν στόλισε μέ ὅλα τά θεῖα χαρίσματα. Δίνει σύνεση καί σοφία σ᾽ ὅποιον τοῦ τήν ζητᾶ. Δέν περιφρονεῖ κανέναν ἀπ᾽ ὅσους ἁμαρτάνουν, ἀλλά μέ τήν μετάνοια, τούς ὁδηγεῖ στήν σωτηρία.
Εἶναι ἐκεῖνος πού ἀξιώνει ἐμᾶς τούς ἀναξίους δούλους του νά στεκόμαστε τήν ὥρα αὐτή τῆς Θείας Λειτουργίας μπροστά στό ἅγιο του θυσιαστήριο καί τοῦ προσφέρουμε τήν προσκύνηση καί δοξολογία πού τοῦ ἀνήκει. Τόν παρακαλοῦμε νά κάνει δεκτή τήν προσευχή μας καί νά μᾶς ἐπισκεφθεῖ μέ ὅλη του τήν ἀγαθότητα. Νά συγχωρήσει κάθε σφάλμα μας θεληματικό καί ἀθέλητο. Νά ἁγιάσει τίς ψυχές καί τά σώματά μας καί νά μᾶς ἀξιώνει νά τόν λατρεύουμε σωστά καί μέ ἀφοσίωση ὅσο εἴμαστε ζωντανοί, διά τῶν Πρεσβειῶν τῆς Παναγίας Μητρός του καί ὅλων τῶν Ἁγίων».

Ἐκτός ὅμως ἀπό τήν ἑρμηνεία ἄς προσπαθήσουμε νά κάνουμε μερικές σκέψεις μέ ἀφορμή τόν Τρισάγιο Ὕμνο.

Α) Στήν ἀρχή τῆς εὐχῆς ὁ Ἱερέας ὁμολογεῖ ὅτι ὁ Θεός εἶναι Ἅγιος, δηλαδή ἔχει τήν ἁγιότητα ἀπό τόν ἑαυτό του καί σέ ἀπόλυτο βαθμό. Σάν ἅγιος πού εἶναι, εὐχαριστιέται, ἀναπαύεται καί κατοικεῖ σέ καθαρές καρδιές πού τόν ἀγαποῦν καί εἶναι ἀφιερωμένες σ᾽ αὐτόν.
Ὁ Μέγας Βασίλειος σέ κάποια ὁμιλία του μιλώντας πάνω στό θέμα αὐτό, γιά νά δείξει πόσο ὁ Θεός ἀγαπᾶ τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, φέρνει σάν παράδειγμα τή μέλισσα. Ἡ μέλισσα πηγαίνει μόνο στά λουλούδια πού εὐωδιάζουν. Ἀπ᾽ αὐτά παίρνει ὅ,τι χρειάζεται καί φτιάχνει τό πολύτιμο μέλι. Ὅπως, λοιπόν, ἡ μέλισσα ἀρέσκεται στά λουλούδια πού εὐωδιάζουν, ἔτσι καί ὁ Θεός, τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, εὐχαριστιέται νά ἐπισκέπτεται καί νά παραμένει στίς καρδιές πού εἶναι καθαρές. Οἶκος Θεοῦ, κατοικία Θεοῦ, ναός τοῦ Παναγίου Πνεύματος γίνεται ἡ καθαρή καρδιά.  Αὐτό κηρύττει καί ὁ ψαλμωδός ὅταν λέει: «Καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός, καί Πνεῦμα εὐθές ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μοῦ». (Ψαλ. 50, 12)
Β) Ὁ Θεός, συνεχίζει ἡ Εὐχή, πού εἶναι Ἅγιος καί προσκυνεῖται ἀπό πλήθη ἁγίων ἀγγέλων καί ἀρχαγγέλων, ἀπό τά Χερουβίμ καί τά Σεραφίμ, δημιούργησε ἐκ τοῦ μηδενός τά σύμπαντα. Ἀλλά ἀπό τό μηδέν γίνεται τίποτε; ρωτᾶ ὁ ἄνθρωπος πού ζητάει νά τά λύσει ὅλα μέ τό μυαλό του καί μόνο. Ἀλλά ἄν αὐτό πού λέμε, ὅτι ἐκ τοῦ μηδενός δημιούργησε ὁ Θεός τά σύμπαντα, φαίνεται ἀπίστευτο, πόσο μᾶλλον ἀπίστευτο εἶναι νά πεῖ κανείς ὅτι ὅλα τά σύμπαντα ἔγιναν χωρίς Θεό;
Καθώς βλέπετε, ἡ ἀπιστία πού δέν θέλει νά πιστέψει στόν Θεό, ἀντί νά λύσει τό πρόβλημα τῆς ὑπάρξεως τοῦ κόσμου, τό κάνει πιό δύσκολο. Ποιός μπορεῖ νά πιστέψει σ᾽ αὐτό πού λένε οἱ ἄθεοι, ὅτι δηλαδή ὅλα ὅσα βλέπουμε ἔγιναν μόνα τους. Δέν εἶναι κάτι τό τυχαῖο καί ἀσήμαντο. Εἶναι φτιαγμένος μέ τόση σοφία, καί στά παραμικρότερα ἀκόμη πράγματα, ὥστε ὁ εἰλικρινῆς ἐπιστήμονας πού τά ἐξετάζει καί τά ἐρευνᾶ, ἀναγκάζεται νά θαυμάζει, νά κηρύττει τήν ὕπαρξη τοῦ παντοδύναμου καί πάνσοφου Θεοῦ καί νά ἐπαναλαμβάνει τά λόγια τοῦ Δαυΐδ: «Ὡς ἐμεγαλύνθη τά ἔργα σου, Κύριε πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας». (Ψαλμ. 103, 24) Χωρίς τήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ τό σύμπαν παραμένει ἄλυτο αἴνιγμα.
Γ) Τό σπουδαιότερο ὅλων τῶν δημιουργημάτων καί τό τελειότερο εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού πλάστηκε ὅπως ἀναφέρει καί ἡ εὐχή τοῦ Τρισαγίου Ὕμνου: «Κατ᾽ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν Θεοῦ».
Εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ὁ ἄνθρωπος; Ὁ ἄνθρωπος πού λέει ψέματα, διαβάλει καί συκοφαντεῖ ἀθώους, πού κλέβει, ἀπατᾶ καί πλαστογραφεῖ, πού παίρνει μαχαίρι καί σκοτώνει τούς συνανθρώπους του, πού ἀνάγει τό βρωμερό του στόμα καί βλαστημάει τό Δημιουργό του;
Αὐτός λοιπόν ὁ ἄνθρωπος πού διαπράττει τόσες ἀσχήμιες, αἴσχη καί ἐγκλήματα καί ξεπερνᾶ τά ἄγρια θηρία στήν ἀγριότητα, μπορεῖ νά εἶναι εἰκόνα Θεοῦ; Πράγματι εἶναι ἀξιοθρήνητο τό ἠθικό κατάντημα τοῦ ἀνθρώπου. Μᾶς κάνει νά θυμηθοῦμε τό θεόπνευστο λόγο τοῦ Δαυΐδ: «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι, τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς». (Ψαλμ. 48, 13, 21) Δηλαδή, ἄνθρωπος πού δέν ἐκτίμησε τήν ἐξαιρετική θέση πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός στήν δημιουργία, αὐτός ἐξέπεσε κι ἔγινε ὅμοιος μέ τά ζῶα. Παρ᾽ ὅλη ὅμως τήν διαφθορά του ὁ ἄνθρωπος, διατηρεῖ στά βάθη τῆς ψυχῆς του μερικά ἴχνη ἀπό τήν ἠθική του προέλευση. Ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ δέν καταστράφηκε τελείως. «Ἀχρειώθη», ὅπως λένε οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.

Καί γιά νά φέρουμε ἕνα παράδειγμα:

Σέ ἀρχαῖες βυζαντινές Ἐκκλησίες ὑπάρχουν ὑπέροχα ψηφιδωτά, πού παριστάνουν τήν μορφή τοῦ Χριστοῦ καί διαφόρων Ἁγίων. Ὅταν οἱ Τοῦρκοι κυρίευσαν τόν τόπο μας, ἔκαναν τίς Ἐκκλησίες τζαμιά καί τά ὡραῖα ψηφιδωτά τά ἔχρισαν μέ πηλό γιά νά μήν φαίνονται. Ὅμως οἱ ψηφιδωτές εἰκόνες ὑπάρχουν σκεπασμένες. Κι ὅταν οἱ Ἐκκλησίες ξαναγίνονται χριστιανικές, ἀφαιροῦν τόν πηλό, καθαρίζουν τίς εἰκόνες καί παρουσιάζονται πάλι μέ τήν πρώτη τους λαμπρότητα. Κάτι τέτοιο συνέβη καί μέ τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἁμαρτίες σκέ-πασαν καί ἀχρείωσαν τήν εἰκόνα. Ἀλλά ἡ εἰκόνα δέν χάθηκε. Ἔρχεται ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, πλένει τήν εἰκόνα καί ἐμφανίζεται λαμπρότερη. Ὁ ἄνθρωπος ἀνακαινίσθηκε μέ τήν δύναμη τοῦ Θεοῦ. Αὐτά τά νοήματα καί πολλά ἄλλα ἀκόμη περιέχει ἡ θαυμάσια Εὐχή τοῦ Τρισαγίου Ὕμνου.

Ἡ Εὐχή τοῦ Τρισαγίου Ὕμνου τελειώνει μέ τήν «ἐκφώνηση»·

τι Ἅγιος εἶ, ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεί.

«Γιατί εἶσαι Ἅγιος, Θεέ μας καί ἀπευθύνουμε δοξολογία σέ σένα, τόν Πατέρα καί τόν Υἱό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, τώρα καί πάντοτε καί στούς ἀτέλειωτους αἰῶνες». Ἀμήν.

Ὁ Διάκονος ἀπό τήν ὡραία Πύλη, βλέποντας πρός τόν Λαό, ἐκφωνεῖ·

Καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.

Ὁ α´ χορός· μήν.

Καί ψάλλει ἐναλλάξ μέ τόν β´ χορό τόν· Τρισάγιο ὕμνο. Συγχρόνως μέ τούς ψάλτες οἱ συλλειτουργοῦντες Ἱερεῖς λένε μέ τήν σειρά, χύμα καί «εἰς ἐπήκοον» αὐτῶν, τρεῖς φορές τόν Τρισάγιο ὕμνο κάνοντας ἀντίστοιχα καί τρία προσκυνήματα.

γιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς. (γ΄)
Δόξα. Καὶ νῦν. Ἅγιος Ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς.

Κατόπιν παρεμβάλλονται στήν ψαλμωδία τοῦ Τρισαγίου ὕμνου καί ψάλλουν ἐναλλάξ μέ τούς χοροὺς τό τρίτο καί πέμπτο· Ἅγιος ὁ Θεός.
Στίς Δεσποτικές ἑορτές τῶν Χριστουγέννων, τῶν Θεοφανείων, τό Σάββατο τοῦ Λαζάρου, τό Μέγα Σάββατο, τήν Κυριακή τοῦ Πάσχα καί στήν ἀπόδοση, τήν Διακαινήσιμο ἑβδομάδα καί τήν Πεντηκοστή, ψάλλεται, ἀντί τοῦ· Ἅγιος ὁ Θεός τό· Ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε,* Χριστὸν ἐνεδύσασθε.* Ἀλληλούια.
Στίς ἑορτές τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, τῆς Ὑψώσεως τοῦ τιμίου Σταυροῦ (14 Σεπτεμβρίου) καί τῆς Προόδου (1 Αὐγούστου) ψάλλεται τό· Τὸν Σταυρόν σου* προσκυνοῦμεν, Δέσποτα,* καὶ τὴν ἁγίαν σου* ἀνάστασιν δοξάζομεν.

Ἀφοῦ τελειώσει ἡ ψαλμωδία τοῦ Τρισαγίου ὕμνου, ὁ Διάκονος στρέφεται πρός τόν Λαό καί, δείχνοντας μέ τό Ὀράριό του, ἐκφωνεῖ·

Δύναμις.

Ἡ ἐκφώνηση «Δύναμις», εἶναι περίληψη καί σύμπτυξη τοῦ Τρισαγίου ὕμνου, πού ἀναφέρεται στό τρισυπόστατο καί στήν τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ. Ἀκριβέστερα, εἶναι ἀνάλυση καί ἑρμηνεία τοῦ ἐπιλόγου τοῦ Τρισαγίου ὕμνου, δηλαδή τοῦ: «Ἐλέησον ἡμᾶς».
Ὁ α´ χορός μέ πιό δυνατή φωνή καί μελωδικότερα ἐπαναλαμβάνει· Δύναμις. Στήν συνέχεια ψάλλουν καί οἱ δύο χοροί πιό ἀργά καί μελωδικά, ἐναλλάξ τό· Ἅγιος ὁ Θεός,* Ἅγιος Ἰσχυρός,* Ἅγιος Ἀθάνατος,* ἐλέησον ἡμᾶς.

Γιατί λέγεται πρῶτα ἡ ἐκφώνηση τῆς εὐχῆς τοῦ Τρισαγίου ὕμνου καί ὕστερα ἡ εὐχή καί πάλι ἐπαναλαμβάνεται μυστικά ἡ ἐκφώνηση;

Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο σήμερα συνδυάζεται ἡ ἀνάγνωση τῆς εὐχῆς τοῦ Τρισαγίου ὕμνου ὡς πρός τήν ἐκφώνησή της, ἀλλά καί ὡς πρός τήν ψαλμωδία τοῦ ὕμνου αὐτοῦ, μπορεῖ νά χαρακτηριστεῖ ὡς παράδοξος.
Τά ἀρχαῖα χειρόγραφα βεβαιώνουν ὅτι ἡ θέση τῆς εὐχῆς εἶναι πρίν ἀπό τήν ἐκφώνηση, σύμφωνα καί μέ τήν μαρτυρία τοῦ ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα, ιδ´ αἰώνας. Ἡ ὀρθή αὐτή σειρά ἄρχισε νά μήν τηρεῖται μετά τόν στ´ αἰώνα, ὅταν ἡ εὐχή αὐτή καθιερώθηκε νά λέγεται μυστικά, ὅπως καί τόσες ἄλλες εὐχές τῆς θείας Λειτουργίας.
Κατά καιρούς ἔγινε προσπάθεια νά βρεθοῦν τρόποι, προκειμένου νά καλυφθεῖ ὁ χρόνος ἀνάγνωσης τῆς εὐχῆς. Δόθηκαν πολλές λύσεις, ὄχι συμβιβαστικές, ἀλλά, θά λέγαμε, παράτυπες καί ἀντικανονικές. Σήμερα συνηθίζεται ἡ εὐχή τοῦ Τρισαγίου ὕμνου νά ἀναγινώσκεται μυστικά, τήν ὥρα πού οἱ χοροί ψάλλουν τά Ἀπολυτίκια μετά τήν μικρή Εἴσοδο. Καλό θά ἦταν ἡ ἐπιστροφή μας στήν ὀρθοπραξία: πρῶτα ἡ συναπτή, κατόπιν ἡ εὐχή μέ τήν ἐκφώνησή της καί τέλος ἡ ψαλμωδία τοῦ ὕμνου.  (Ἰ. Φουντούλη, Ἀπαντήσεις εἰς Λειτουργικάς Ἀπορίας, ἐρώτ. 260)
Τό «Δύναμις» πού λέει ὁ Διάκονος ἀπευθυνόμενος πρός τόν Λαό μετά τό «Δόξα. Καί νῦν» τοῦ Τρισαγίου, εἶναι παράγγελμα ὑπόμνησης γιά τήν τελική ἐντονότερη καί μελωδικότερη ἐπανάληψη τοῦ ὕμνου αὐτοῦ. Πρόκειται γιά τήν λεγόμενη «περισσή» καί ἔχει τίς ρίζες της στήν ἀρχαία ἐνοριακή ἀκολουθία. (Ἰ. Φουντούλη, Ἀπαντήσεις εἰς Λειτουργικάς Ἀπορίας, ἐρώτ. 238)


Εκτύπωση   Email