ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ ΛΟΥΚΑ (Νικηφόρου Θεοτόκη)

afron-1270x5501

Αγαπητοί μου αδελφοί,
 

15σοι επιθυμούμε την σωτηρία της ψυχής μας ας προσέλθουμε, και ανοίγοντας τα αυτιά της ψυχής μας ας ακούσουμε με προσοχή την σημερινή παραβολή και την εξήγησή της. Διότι αν και ο σκοπός της αφορά κατεξοχήν τους πλεονέκτες, περιέχει όμως μαθήματα για κάθε άνθρωπο ωφελιμώτατα και σωτήρια:
Στην παραβολή αυτή βλέπουμε την φοβερή υπόθεση του αιφνίδιου, του ξαφνικού θανάτου. Ο αιφνίδιος θάνατος είναι έκφραση της θείας αγανακτήσεως για τις αμαρτίες μας. Αυτό το βλέπουμε φανερά στον πλούσιο της παραβολής.
Αυτός πλεονέκτης, δούλος της σαρκός και των ηδονών, λησμονώντας την αθανασία της ψυχής αποφάσισε να ζει όχι σαν άνθρωπος που πιστεύει στον Θεό, όχι σαν άνθρωπος λογικός αλλά σαν ζώο άλογο… Σαυτόν, λοιπόν, για τις αμαρτίες του στέλνει ο Θεός βίαιο και ξαφνικό θάνατο. Και πρώτα μεν τον ήλεγξε λέγοντας "άφρον! Ταύτη τη νυκτί την ψυχή σου απαιτούσιν από σου", έπειτα του φανέρωσε και την αιτία της καταδίκης: "α δε ητοίμασας τίνι έσται;"

Φοβερός ο ξαφνικός θάνατος, επειδή σε όποια κατάσταση βρεθούμε την ώρα του θανάτου μας σ’ αυτήν θα μείνουμε στους ατέλειωτους αιώνες… Μετά θάνατον ούτε ο ενάρετος μεταβάλλεται από την αρετή στην αμαρτία, ούτε ο αμαρτωλός από την αμαρτία στην αρετή. Στον τόπο για το οποίο θα βρεθεί άξιος ο άνθρωπος την ώρα του θανάτου του, είτε για τον Παράδεισο είτε για την Κόλαση, εκεί θα διαμένει στους απέραντους αιώνες!...
Εμείς οι ταλαίπωροι κάθε στιγμή σχεδόν αμαρτάνουμε.
Πότε λείπει από τα λόγια μας η αμαρτία; Ύβρεις, συκοφαντίες, καταλαλιές, κατακρίσεις, ψέματα, αισχρολογίες, ιδιαιτέρως δε η αργολογία σχεδόν ποτέ δεν λείπει από το στόμα μας.
Πότε μένει ο νους μας καθαρός από υπερηφάνεια, από φιλοδοξία, από αισχρούς λογισμούς και πονηρές ενθυμήσεις; Σχεδόν ουδέποτε. Ούτε ακόμη όταν προσευχόμαστε. Στην αμαρτία είμαστε και σ’ αυτά τα γεράματα.
Όταν προ του θανάτου ο φιλάνθρωπος Θεός στέλνει σαν άγγελο βαρύτατη ασθένεια, τότε σαν άλλος Προφήτης Ησαΐας μας λέγει: “Τάδε λέγει Κύριος : Τάξαι περί του οίκου σου· αποθνήσκεις γαρ συ και ου ζήση”. (Ησ. λη’, ι) Τότε αυτή, η ασθένεια, βοά σαν μεγαλόφωνη σάλπιγγα: “Άνθρωπε, ετοίμασε τον εαυτό σου για την μέλλουσα ζωή και για το εκεί φοβερό κριτήριο”. Οι πόνοι και τα βάσανα της ασθένειας και ο φοβερός πόνος του θανάτου λυγίζουν πολλές φορές και την πιο σκληρή καρδιά. Τότε βλέπει ο άνθρωπος ότι χωρίζεται από τον κόσμο. Τότε βλέπει ότι σε τίποτε δεν τον ωφελεί ο πλούτος, η δόξα και όλα τα αγαθά του κόσμου.
Τότε, λοιπόν, οι αγαπημένοι, συγγενείς και οι αληθινοί φίλοι φέρνουν σ’ αυτόν τον Ιερέα, σύμβουλο και διδάσκαλο της σωτηρίας του. Τότε βρίσκει την ευκαιρία να μετανοήσει, να κλάψει, να επιστρέψει στον Θεό, να εξομολογηθεί τις αμαρτίες του και να ενωθεί με τον Σωτήρα Ιησού Χριστό, με την μετάληψη του πανάχραντου Σώματος και του Αίματος αυτού. Όταν όμως έξαφνα, σαν καταιγίδα, σαν ξαφνικός ανεμοστρόβιλος αρπάζει ο θάνατος την ζωή, όταν τη μια στιγμή βρίσκεται ο άνθρωπος υγιής, εύρωστος και αμαρτάνων, τη δε άλλη στιγμή άλαλος και αναίσθητος, ποια ελπίδα σωτηρίας υπάρχει; Που επιστροφή; “Ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου”. Ποιοί; Οι δαίμονες βεβαίως. Πού τότε μετάνοια; Πού εξομολόγηση; Πού επιστροφή; Ούτε συγγενής ούτε φίλος ούτε Ιερέας μπορεί τότε να βοηθήσει, αν και θέλει και καταβάλλει κάθε προσπάθεια και επιθυμεί με όλη του την καρδιά. Μόλις προφθάσει ο δυστυχής εκείνος να αισθανθεί ότι πεθαίνει και οι ανελεήμονες έρχονται ζητώντας την ψυχή του: “Ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου. (Λουκ. ιβ,20)
Ο Θεός, ως πηγή της αγαθότητος, χορηγεί σε κάθε αμαρτάνοντα τα βότανα της θείας φιλανθρωπίας και μακροθυμίας. Έδωσε στον πλούσιο του σημερινού Ευαγγελίου τον πλούτο: “ανθρώπου τινός πλουσίου…”. Αυτός, μη δίδοντας τίποτε σε κανέναν, γέμισε τις αποθήκες του. Ο Θεός για να χορτάσει την επιθυμία του, και να μεταβάλει αυτόν σε ελεήμονα, ευλογεί και πάλι την γη με πλούσια καρποφορία. Αυτός δε, αντί να αδειάσει τις αποθήκες από τους παλιούς καρπούς και να τις γεμίσει με νέους, ακούστε τι σκέφτηκε και τι αποφάσισε: Να γκρεμίσει τις παλιές αποθήκες και να χτίσει νέες, μεγαλύτερες, για να χωρέσουν και τους παλιούς και τους νέους καρπούς! Βλέποντας ο Θεός ότι αυτός "καταφρονεί του πλούτου της χρησιμότητος αυτού και της ανοχής και της μακροθυμίας, αγνοών ότι το χρηστόν του Θεού εις μετάνοιαν αυτόν άγει" (Ρωμ. β΄, 4) και ότι όχι μόνο μένει αδιόρθωτος αλλά και αμαρτάνει χειρότερα από πριν, θερίζει την ζωή του με ξαφνικό θάνατο.
Κάθε συμφορά, κάθε θλίψη, κάθε κακό, όταν έρθει ξαφνικά γίνεται πολύ βαρύτερο και θλιβερότερο. Γι αυτό ο προφήτης του Θεού έλεγε: “Ητοιμάσθην και ουκ εταράχθην”. (Ψαλμ. Ριη΄, 60) Και αν μεν υπάρχει τρόπος ν’ αποφευχθεί το κακό, καλώς! Αν όχι ή αν με διάφορους τρόπους το μετριάζει ή προετοιμάζει την καρδιά του για να το δεχθεί. Όταν όμως χωρίς την παραμικρή είδηση πέφτει πάνω του η συμφορά, τότε είναι απαρηγόρητος.
Αλήθεια, ο θάνατος είναι αναπόφευκτος, είναι φοβερός, έστω και αν προβλέπουμε ότι έρχεται. Όταν όμως προγνωρίσουμε τον θάνατο, τότε κανονίζουμε όπως θέλουμε τα του οίκου μας, τα των παιδιών μας, τις υποθέσεις που θα αφήσουμε πίσω μας και έτσι η ψυχή μας, όσον αφορά αυτά είναι ήσυχη και αμέριμνη.
Έπειτα με μετάνοια και εξομολόγηση αφαιρούμε το βαρύ φορτίο των αμαρτιών μας και καθησυχάζουμε τον έλεγχο της συνειδήσεως. Τέλος, μεταλαμβάνοντας τα άγια μυστήρια ενωνόμαστε με τον Σωτήρα Χριστό. Έτσι έχουμε ελπίδα αιωνίου αναπαύσεως.
Δεν μένει τίποτε άλλο πικρό και φοβερό παρά η αγωνία του χωρισμού της ψυχής από το σώμα.
Μετά όμως την ανωτέρω προετοιμασία έρχονται οι άγιοι Άγγελοι, οι ελεήμονες και φωτεινοί, και διώχνουν μακριά τους δαίμονες και χαίροντες παραλαμβάνουν την ψυχή. Μακάριος, αδελφοί μου, εκείνος που θα καταξιωθεί τέτοιου θανάτου! (Θυμηθείτε την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου).
Όταν έρθει όμως ο θάνατος απροσδόκητος και αιφνίδιος και μας βρει μέσα στις αμαρτίες μας, ω πόσο φοβερός γίνεται τότε! Τότε ο δυστυχής άνθρωπος ζητάει να φύγει αλλά πού να πάει; Θέλει να τακτοποιήσει τα του οίκου του, αλλά ο νους του συγχίζεται…Θέλει ίσως να εξομολογηθεί, αλλά η γλώσσα παρέλυσε… Βλέπει ότι αφήνει πίσω του θλιβερά προβλήματα στους κληρονόμους του που αγαπά και αυτό τον τραυματίζει βαθειά. Βλέπει ότι πεθαίνει αμετανόητος και αισθάνεται την απόφαση του φοβερού κριτηρίου, την τιμωρία της αιωνίου κολάσεως.
Κύριε παντελεήμων, ρύσαι ημάς τέτοιας φοβερής καταδίκης. Αλλοίμονο, αδελφοί μου, σε εκείνον τον άνθρωπο που θα πεθάνει έτσι. Αυτός είναι ο κακός θάνατος που λέει ο Δαβίδ: “Θάνατος αμαρτωλών πονηρός”. Ταλαίπωροι άνθρωποι! Όχι μόνο αγνοούμε την ώρα του θανάτου αλλά και το είδος. Άραγε θα έρθει σε μένα ήρεμος και πράος ή άγριος και θηριώδης; Άρα γε θα μου δώσει λίγο καιρό για να κλάψω τις αμαρτίες μου ή θα με αρπάξει αμέσως αμετανόητο; Γιατί τόσο σκότος; Γιατί τόσο άγνοια;
Αυτά, αγαπητοί μου, τα οικονόμησε ο Θεός για την σωτηρία μας. Η άγνοια της ώρας φέρνει τον φόβο. Ο φόβος βάζει χαλινάρι. Το χαλινάρι ανακόπτει την ορμή προς την αμαρτία. Η άγνοια της ώρας φέρνει την προσοχή, η προσοχή την προθυμία, η προθυμία εργάζεται τα έργα της αρετής. Γι αυτό ο Κύριός μας δεν μας φανέρωσε αν θα είναι καλός ή πονηρός ο θάνατός μας, για να εργαζόμαστε την αρετή. Η ώρα του θανάτου είναι άδηλος, ο θάνατος έρχεται πολλές φορές αιφνίδιος. Ναι, αλήθεια! Ο Σωτήρας μας όμως και Κύριος μας δίδαξε τι πρέπει να κάνουμε: “Γρηγορείτε ουν, ότι ουκ οίδατε την ημέραν ουδεέ την ώραν, εν η ο Υιός του ανθρώπου έρχεται”. “Δια τούτο και υμείς γίνεσθε έτοιμοι…”.
Λοιπόν, να γρηγορούμε και να προσέχουμε και να είμαστε έτοιμοι. Έρχεται, ναι, ξαφνικά ο θάνατος, αλλά σε ποιόν; Στον μη γρηγορούντα και στον ανέτοιμο.
Γι αυτόν είπε ο Κύριος: “ήξει ο Κύριος εν ημέρα η ου προσδοκά και εν ώρα η ου γιγνώσκει”. Και όποιον βρει αμετανόητο και ανέτοιμο αυτόν ο Κύριος “διχοτομήσει και το μέρος αυτού μετά των υποκριτών θήσει. Εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων”.
Η ώρα του θανάτου είναι άγνωστη. Ο θάνατος πολλές φορές έρχεται ξαφνικά. Ναι, αλήθεια. Όμως δεν πρέπει να παραπονιόμαστε, αν θέλουμε μπορούμε να διώξουμε τον φόβο του ξαφνικού θανάτου και την πανώλεθρη βλάβη του. Ας γίνουμε δούλοι του Κυρίου πιστοί και φρόνιμοι. Πιστοί, φυλάγοντας σαν τα μάτια μας μέχρι τελευταίας πνοής μας την ορθόδοξη πίστη. Φρόνιμοι, λογικοί, απέχοντας από κάθε αμαρτία και εργαζόμενοι την αρετή. Τότε μη φοβηθούμε τον ξαφνικό θάνατο, μη φοβηθούμε την αιώνια κόλαση. Διότι όταν έρθει ο θάνατος και μας βρει σ’ αυτήν την καλή κατάσταση, τότε ο Δεσπότης και Κύριός μας θα μας συντάξει με τους μακάριους σεσωσμένους. Διότι αυτός είπε: «Μακάριος ο δούλος εκείνος, ον ελθών ο Κύριος αυτού ευρήσει ποιούντα ούτως». Αμήν.


Εκτύπωση   Email