ΚΥΡΙΑΚΗ IB´ ΛΟΥΚΑ

                                                                   «Οὐχὶ oἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν;  Οἱ δὲ ἐννέα ποῦ;»  

18τήν ἐπίγεια ζωή του ὁ Χριστός πολλές φορές γεύτηκε τήν κακία τῶν ἀνθρώπων χωρίς00.581 παράπονο. Κι αὐτόν ἀκόμα τόν δρόμο τοῦ Γολγοθᾶ τόν βάδισε σιωπηλός, «σάν ἀμνός ἄμωμος πού δέν ἀνοίγει τό στόμα του ἀπέναντι στόν σφαγέα», σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ Προφήτη. Ὅμως μπροστά σέ μιά ἀνθρώπινη κακία, ὅπως  εἶναι ἡ ἀχαριστία, ἀκόμα καί ὁ Θεάνθρωπος ἔλυσε τήν σιωπή του. Στήν περίπτωση τῶν δέκα λεπρῶν, πού ἐνῶ τούς ἀγκαλιάζει μέ τήν ἀγάπη του, θεραπεύοντάς τους ἀπό τήν φρικτή ἀρρώστια τῆς λέπρας, δέχεται σάν ἀνταπόδοση τήν λησμονιά, καί τήν  περιφρόνηση, γι’ αὐτό  ἀφήνει νά ἀνεβεῖ στά χείλη του ἕνα καυτό ἐρώτημα: «Οὐχὶ oι δέκα ἐκαθαρίσθησαν; Οἱ δὲ ἐννέα ποῦ;» Τά λόγια αὐτά δέν εἶναι ἔλεγχος οὔτε διαμαρτυρία. Εἶναι ἕνα πικρό παράπονο. Εἶναι Τό παράπονο τοῦ Θεοῦ γιά  τήν ἀχαριστία τῶν ἀνθρώπων. Τήν ὥρα τοῦ πόνου καί οἱ δέκα τόν ἱκέτευαν ἐπίμονα, σπαρακτικά: «Ἰησοῦ  ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς». Τώρα πού δέχθηκαν τήν εὐεργεσία μόνον ὁ ἕνας ἐπιστρέφει κοντά του νά πεῖ  ἕνα «εὐχαριστῶ». Oἱ ὑπόλοιποι ἐννέα τόν ξεχνοῦν, ἀφοῦ δέν ἔχουν πιά τήν ἀνάγκη του.

Πόσες φορές, ἀλήθεια, ἐπαναλαμβάνεται στήν ζωή τῶν ανθρώπων ἡ τακτική τῶν ἐννέα ἀχάριστων λεπρῶν! Τήν ὥρα τῆς ἀνάγκης, τῆς δοκιμασίας, τοῦ κινδύνου, θυμόμαστε τόν Θεό - Πατέρα. Τόν ἀναζητοῦμε παντοῦ. Τόν ἱκετεύουμε νά μᾶς βοηθήσει νά σηκωθούμε ἀπό τό κρεβάτι τῆς ἀρρώστιας, νά νικήσουμε κάποιο πόνο, νά ξεπεράσουμε ἕναν κίνδυνο, νά ἐπιτύχουμε σέ μιά προσπάθεια ἀπό τήν ὁποία ἐξαρτᾶται τό μέλλον μας. Τοῦ ὑποσχόμαστε ὅτι θά διορθώσουμε τά λάθη μᾶς, θά μείνουμε γιά πάντα κοντά του, ἀρκεῖ νά σταθεῖ δίπλα μας Ἐκεῖνος, ὁ Παντοδύναμος, στήν κρίσιμη στιγμή πού βρισκόμαστε. Σέ ὧρες ἐθνικῶν συμφορῶν, οἰκογενειακῶν δραμάτων, ἀτομικῶν περιπετειῶν, γεμίζουμε τούς Ναούς του καί ἡ προσευχή μας ἀνεβαίνει στόν θρόνο του πύρινη καί  μουσκεμένη στό δάκρυ. Ὅμως ὅταν ὅλα πάρουν αἴσιο τέλος, μέ τήν δική του συμπαράσταση, ξεχνοῦμε τίς ὑποσχέσεις μας, φεύγουμε ἀπό κοντά του καί ξαναγυρίζουμε στά ὑλικά μας συμφέροντα.
Ἡ προσευχή τώρα  μᾶς φαίνεται ἀγγαρεία, ὁ ἐκκλησιασμός χαμένος χρόνος, ἡ χριστιανική ζωή ἀναχρονισμός. Ἀκόμα καί ἄν θυμηθοῦμε νά εὐχαριστήσουμε τόν μεγάλο συμπαραστάτη μας, τό «εὐχαριστῶ» μας εἶναι συνήθως τόσο χλιαρό, πού ἐπιβεβαιώνει τήν ἀγνωμοσύνη μας.
Ἡ τακτική τῆς ἀχαριστίας, τόσο συχνή στήν συμπεριφορά μας πρός τόν Θεό, ἐμφανίζεται καί στήν συμπεριφορά μας πρός τόν ἄνθρωπο, πού μᾶς εὐεργετεῖ. Εἶπαν πώς «πίσω ἀπό κάθε εὐεργεσία βρίσκεται ἕνας ἀχάριστος». Δέν εἶναι, δυστυχῶς, ὑπερβολικός ὁ λόγος αὐτός.

Πόσοι ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους τοῦ καιροῦ μας, πού ἀγωνίστηκαν σέ ὅλη τους τήν ζωή νά δημιουργήσουν κάτι καλό γιά τούς γύρω τους, δέν θά ἐπαναλάμβαναν τό παράπονο τοῦ Χριστοῦ, ἄν ἄφηναν τήν ψυχή τους νά μιλήσει;
-Γονεῖς, πού πρόσφεραν τά πάντα στά παιδιά τούς, δέχθηκαν σάν ἀντάλλαγμα τήν ἐγκατάλειψη. Στερήθηκαν καί αὐτό ἀκόμα τό ἱερό ὄνομα τοῦ πατέρα καί τῆς μητέρας καί ἔγιναν στό στόμα τῶν παιδιῶν τούς ὁ «γέρος» καί ἡ «γριά».
-Ἀδέλφια, πού ἀρνήθηκαν κάθε χαρά τῆς ζωῆς, γιά νά ἀποκαταστήσουν ἀνύπανδρες ἀδελφές καί νά τίς κάνουν εὐτυχισμένες, πῆραν σάν πληρωμή τήν ὕβρι καί τήν μοναξιά.
-Ἐπιστήμονες, πού θυσίασαν τήν ὑγεία καί τήν ζωή τους στό βωμό τῆς ἔρευνας γιά τήν ἀνακούφιση τοῦ ἀνθρώπινου πόνου, γεύθηκαν τήν παραγνώριση.
-Ἐθνικοί ἡγέτες, πού πότισαν μέ τόν ἱδρώτα καί τό αἷμα τους τήν πρόοδο τοῦ λαοῦ τους, καί ἐκκλησιαστικοί ἄνδρες, πού ἄφησαν τήν τελευταία τους πνοή στήν ἔπαλξι τοῦ χριστιανικοῦ χρέους, πληρώθηκαν μέ τήν κατασυκοφάντηση καί τόν διασυρμό.

Εἶναι θλιβερή ἡ διαπίστωση, πού βγαίνει ἀπό τήν πείρα τῆς ζωῆς, ὅτι oἱ ἄλλοι μᾶς ὑπολογίζουν, μᾶς σέβονται καί μᾶς τιμοῦν, συνήθως ὅταν  ἔχουν τήν ἀνάγκη μας, ὅταν  θέλουν κάτι νά ἐπιτύχουν μέ τήν συμπαράστασή μας.-Τακτικές τότε καί γεμάτες εὐγένεια οἱ ἐπισκέψεις τους στά σπίτια καί τά γραφεῖα μας.

-Πρῶτες καί καλύτερες φτάνουν oἱ εὐχές καί τά δῶρα τους στήν γιορτή μας.
-Τό στόμα τους στάζει μέλι ὅταν μᾶς χαιρετοῦν στόν δρόμο.
-Ἐπίμονες οἱ ἱκεσίες καί δραματικές οἱ ἐκκλήσεις τους στόν ἀλτρουισμό μας.

Ὅταν ὅμως  ἐπιτύχουν ἐκεῖνο πού ζητοῦν, ὕστερα ἀπό δικά μας τρεχάματα, προσπάθειες, κόπους καί θυσίες, εἶναι πολύ ἀμφίβολο ἄν θά γυρίσουν νά μᾶς ποῦν ἕνα «εὐχαριστῶ». Καί πρέπει νά εἴμαστε πολύ τυχεροί, ἄν δέν δεχθοῦμε σάν ἀνταπόδοση στήν προσφορά μᾶς, τά βέλη τῆς κακίας αὐτῶν πού εὐεργετήσαμε, γιατί εἶναι συνηθισμένο ὁ εὐεργέτης νά δέχεται «ἀντί τοῦ μάννα χολή».
Φωτεινές ἐξαιρέσεις ὑπάρχουν, ἀκριβῶς γιά νά ἐπιβεβαιώνουν τόν κανόνα. Πόσο δίκιο εἶχαν οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας ὅταν  ἔλεγαν: «Ἀχαριστίας αἴσχιον ἁμάρτημα οὐκ ἐστίν».
Ἀναφέρει ἡ ἱστορία πώς κάποτε παρουσιάστηκε στόν βασιλιά Φίλιππο τῆς Μακεδονίας ἕνας φτωχός ὑπήκοός του καί τοῦ εἶπε:
- Βασιλιά μου, ἕνας ἀνώτερος ἀξιωματικός σου διάταξε νά κάψουν τήν καλύβα μου καί νά δημεύσουν τήν μικρή μου περιουσία. Καί ὅμως, ἐδῶ καί κάμποσα χρόνια, ἐγώ ἔσωσα αὐτοῦ τοῦ ἀχάριστου τήν ζωή. Τόν βρῆκα μισοπεθαμένο στήν ἀκρογιαλιά καί τόν περιμάζεψα στήν ἴδια καλύβα, πού τώρα μοῦ ἔκαψε.
Ὁ βασιλιάς ζήτησε νά ἐξακριβώσει τήν ἀλήθεια καί ὅταν  διαπίστωσε πώς ἡ καταγγελία τοῦ φτωχοῦ ἦταν ἀληθινή, ὀργίσθηκε καί διάταξε:
- Νά πυρώσετε στήν φωτιά ἕνα σίδερο καί μ' αὐτό νά χαράξετε στό μέτωπο τοῦ ἐνόχου τήν λέξη «ἀχάριστος». Ἔτσι θά φέρνει γιά πάντα τό σημάδι τῆς κακίας του.
Πόσοι, ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους πού κυκλοφοροῦν γύρω μας, δέν ἔχουν στήν καρδιά τους κάποιο φρικτό σημάδι ἀχαριστίας!
Τό δίδαγμα ἀπό τίς σκέψεις πού προηγήθηκαν εἶναι νά ἐρευνήσουμε τήν δική μας καρδιά. Γιά νά τήν θεραπεύσουμε ἤ νά τήν προφυλάξουμε ἀπό ἕνα τέτοιο σημάδι. Ὁ εὐγνώμων λεπρός τοῦ Εὐαγγελίου μᾶς δείχνει τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς καί τῆς εὐγνωμοσύνης πρός τόν εὐεργέτη. Τόν Θεό πρῶτα καί τόν ἄνθρωπο ὕστερα.


Εκτύπωση   Email