

«Οὕτω καὶ ὁ πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν,
ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ...».
ύο εἶναι τά βασικά πρόσωπα τῆς σημερινῆς Εὐαγγελικῆς παραβολῆς, πού ἀκούσαμε καί τά ὁποῖα διαδραματίζουν σπουδαῖο ρόλο. Δύο ἄνθρωποι! Δύο νοοτροπίες! Ἕνας βασιλιάς καί ἕνας δοῦλος.
Εὐγενέστατη, καλοκάγαθη, φιλεύσπλαχνη ἡ ψυχή τοῦ βασιλιά. Στήν φυσιογνωμία του βλέπουμε τό ἀντιφέγγισμα τῆς καλωσύνης, τήν ζεστασιά τῆς ἀγάπης, τήν γλυκύτητα τῆς συγχωρητικότητας.
Πικρόχολη, κακότροπη καί ἄσπλαχνη ἡ ψυχή τοῦ δούλου. Στό πρόσωπό του προβάλλει ὁ κόσμος τῆς μνησικακίας.
Ὁ πρῶτος χαρίζει τά μύρια τάλαντα. Ὁ δεύτερος ἀπαιτεῖ τά ἑκατό δηνάρια.
Ὁ βασιλιάς ἀνεξίκακος, συγχωρητικός ἐπιεικής καί γλυκομίλητος.
Ὁ δοῦλος ἄδικος, ἐκδικητικός, σκληρός καί ἀναίσθητος.
Στό πρόσωπο τοῦ βασιλιά κρύβεται ὁ Πανάγαθος Θεός μέ τήν ἄπειρη συγκατάβαση καί τήν φιλανθρωπία Του.
Στό πρόσωπο τοῦ πονηροῦ δούλου κρύβεται κάθε ἄνθρωπος πού δέν ἔμαθε νά συγχωρεῖ καί νά δίνει συγγνώμη. Πού ξέρει μόνο νά ἁρπάζει ἀπό τόν λαιμό τόν συνάνθρωπό του καί νά τόν πνίγει. Πού ξέρει μόνο νά μαστιγώνει, νά ἀνοίγει πληγές καί νά ὁδηγεῖ τούς ἄλλους στήν φυλακή.
Ὅπως ὅμως τιμωρήθηκε ὁ μοχθηρός δοῦλος ἀπό τόν κύριό του, ἔτσι θά πάθουμε κι ἐμεῖς ἀπό τόν οὐράνιο Πατέρα, τόνισε ὁ Ἰησοῦς: «Ἐτσι καὶ ὁ Πατέρας μου ὁ οὐράνιος θὰ σᾶς συμπεριφερθεῖ, ἐὰν ὁ καθένας σας δὲν συγχωρεῖ τὸν ἀδελφό του μὲ ὅλη του τὴν καρδιά».
Ἄν ὁ Χριστιανισμός στήν ἡρωική του πάλη μέ τούς τόσους ἐχθρούς νίκησε· ξέρετε γιατί; γιατί, μέ τήν ἀγάπη συγχωροῦσε τούς ἐχθρούς του, καί μέ τήν συγχωρητικότητα τούς ἀγαποῦσε. Ἡ νίκη δέ μετριέται μέ τήν ἐκδίκηση, ἀλλά μέ τήν ἀγάπη, τήν πραότητα, τήν ἀνεξικακία. Μέ τήν ἐκδίκηση ὁ ἄνθρωπος χάνει τήν δύναμή του. Γίνεται μικρόψυχος καί τιποτένιος.Ἡ ἀγάπη ἀντίθετα, τούς ἐχθρούς τούς κάνει φίλους καί τούς φίλους ἀδελφούς.
Ἄν ἤξεραν οἱ ἄνθρωποι νά συγχωροῦν, οἱ φωτιές δέν θά φούντωναν τόσο ἄγριες στίς ἀνθρώπινες κοινωνίες. Μονάχα ἡ πυροσβεστική τῆς ἀγάπης σβήνει καί ἐξαφανίζει τίς φλόγες τῆς κακίας. Οἱ ἄνθρωποι τίς διαφορές τους τίς λύνουν συχνά μέ τήν ἀδυναμία τῆς ἐκδικητικότητας: «ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ», κι ὄχι μέ τόν ἡρωισμό τῆς ἀγάπης: «καλὸν ἀντὶ κακοῦ».Τί συμβαίνει τίς πιό πολλές φορές; θυμοί, ἀγανακτήσεις, βλαστήμιες, χτυ-πήματα, φόνοι... Στό ἕνα κακό ἀνταποδίδουν τριπλάσιο καί δεκαπλάσιο κακό. Ὁ Κύριος ἔχει καταδικάσει τήν ἐκδικητική αὐτή διάθεση. «Ἐγὼ ὅμως σᾶς λέγω, νὰ μὴν ἀντιστέκεσθε στὸ πονηρό, ἀλλὰ ὅποιος σὲ κτυπήσει στὸ δεξὶ σαγόνι, νὰ τοῦ στρέψεις καὶ τὸ ἄλλο». (Ματθ. ε´ 39) Πρῶτος ὁ Κύριος δίδαξε τήν συγχωρητικότητα καί πρῶτος τήν ὑπέγραψε μέ τά λόγια τοῦ Σταυροῦ: «Πάτερ ἄφες αὐτοῖς»! Στά λόγια αὐτά κρύβεται τό ἀπέραντο Θεϊκό μεγαλεῖο: Ἀνεξικακία δίχως ὅρια. Ἀπύθμενος ὠκεανός εὐσπλαχνίας. Λησμονεῖ τόν ἑαυτό Του καί παρακαλεῖ τόν Πατέρα να ἀπομακρύνει τήν ὀργή Του. Αἰώνιο παράδειγμα ἀνεξικακίας.
Τόν ἀνεξίκακο Ἰησοῦ μᾶς θυμίζουν καί τά λόγια τοῦ πρωτομάρτυρα Στεφάνου, πού πεθαίνοντας μέ τό φοβερό μαρτύριο τοῦ λιθοβολισμοῦ, παρακαλοῦσε γιά τήν συγχώρεση τῶν δημίων του. «Κύριε, μὴ στήσῃς αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην». Τήν ἴδια μακροθυμία στά βάσανα καί τήν ἀνεξικακία στούς ἐχθρούς εἶχαν ὅλοι οἱ Μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ καί οἱ Ὁμολογητές τῆς πίστεως. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἔγραφε γι᾽ αὐτούς πού τόν πολεμοῦσαν: «Ὅταν μᾶς βρίζουν, εὐλογοῦμε, ὅταν μᾶς διώκουν, δείχνουμε ἀνοχή· ὅταν μᾶς συκοφαντοῦν, μιλᾶμε εὐγενικά». (Α´ Κορ. δ´, 12).
Ἡ ἀνεξικακία εἶναι ὁ πιό μεγάλος ἡρωισμός τῆς ψυχής. Οἱ στρατιές τῶν Μαρτύρων ἤξεραν νά ἐκδικοῦνται τούς δημίους, μέ τήν ἀγάπη τους. «Ὁ θεὸς νὰ σ᾽ εὐλογεῖ», εἶπε στόν ἔπαρχο ὁ ἑκατόνταρχος τῆς Βορείου Ἀφρικῆς, Μάρκελλος, μόλις ἄκουσε τήν ἀπόφαση γιά τόν ἀποκεφαλισμό του.
Συγχωρητικότητα στούς ἐχθρούς ἔδειξαν, καί οἱ δύο Ἐπίσκοποι τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, Πολύκαρπος καί Κυπριανός. Ὁ ἕνας ἔστρωσε τραπέζι καί φιλοξένησε τούς διῶκτες πού ἦρθαν νά τόν συλλάβουν, ὁ δέ ἄλλος εἶχε δώσει ἐντολή - πρωτάκουστο πράγμα! - νά πληρώσουν τό δήμιο μέ 25 χρυσά νομίσματα.
Οἱ μεγάλες καρδιές πάντα ξέρουν νά συγχωροῦν. Μήπως ἐμεῖς δέν σφάλλουμε; Κι ὅταν σφάλλουμε δέν θέλουμε νά μᾶς συγχωρήσουν οἱ ἄλλοι; Μήν ξεχνᾶτε τόν «χρυσό κανόνα» τοῦ Εὐαγγελίου: «Νά φέρεσθε πρός τούς ἄλλους ὅπως θά θέλατε νά φερθοῦν σ᾽ ἐσᾶς». (Λουκ. στ´, 31)
Μιά πράξη ἀνεξικακίας ἀξίζει χίλια παράσημα.Ἐκεῖ πού ὑπάρχει τό ἄφθονο νερό τῆς ἀγάπης, ἐκεῖ φυτρώνει κι ἀνθίζει τό πανέμορφο λουλούδι τῆς ἀνεξικακίας. Ἄν ὑπάρχει μιά λέξη στό λεξιλόγιο τῶν ἀνθρώπων πού εἶναι θεϊκή καί ὑπερφυσική, αὐτή εἶναι ἡ λέξη «Ἀγάπη».
Συχνά μᾶς δίδεται ἡ εὐκαιρία νά συγχωρήσουμε, κι ὅμως κρατᾶμε κακία. Πολύ εὔκολα ἀπαγγέλλουμε μέ τό στόμα, «ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν»,ἀλλά πολύ δύσκολα ἐφαρμόζουμε στήν πράξη τόν ἑπόμενο στίχο, «ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν»! Τί δίδαξε ὅμως ὁ Κύριος; «Ἐὰν μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν».
Τήν παγκόσμια γλώσσα τῆς ἀγάπης τήν ἤξεραν ὅλες οἱ ἅγιες ψυχές. Πόσα κακά δέν ἔκαναν στόν Ἰωσήφ τά ἀδέρφια του! Κι ὅμως ἐκεῖνος τούς συγχώρησε καί τούς ἀγκάλιασε μέ τρυφερότητα καί στοργή, λέγοντάς τους: «Ἐσεῖς σκεφθήκατε καί ἀποφασίσατε κακά ἐναντίον μου. Ἐγώ, ὄχι μόνον δέν θά σᾶς ἐκδικηθῶ, ἀλλά θά διαθρέψω καί σᾶς καί τίς οἰκογένειές σας». (Γέν. ν´, 20, 21) Ἐπάξια οἱ ἄνθρωποι τόν ἔχουν ὀνομάσει «πάγκαλο», γιά τήν καλοσύνη του καί τήν ἀρετή του.
Μεγάλη καρδιά ἦταν καί ὁ Δαβίδ. Κάποτε ὁ Σαούλ τόν καταδίωξε γιά νά τόν σκοτώσει, ἀλλά ἄθελά του ἔπεσε στά χέρια τοῦ Δαβίδ. Παρ᾽ ὅλο πού οἱ σύντροφοί του τόν συμβούλεψαν νά τόν σκοτώσει, ὁ Δαβίδ τούς ἔπεισε νά μήν τοῦ κάνουν κανένα κακό. Κι ὅταν ὁ βασιλιάς Σαούλ ξεκίνησε νά φύγει, ἄκουσε τήν γλυκιά φωνή τοῦ ἀνεξίκακου Δαβίδ νά τοῦ λέγει: «Οὐκ ἠβουλήθην ἀποκτεῖναί σε». (Α' Βασ., ιδ΄, 11)
Οἱ γενναῖοι ξέρουν πάντα νά συγχωροῦν. Οἱ δειλοί ξέρουν νά ἐκδικοῦνται. Ἡ ἀνεξικακία ἀφοπλίζει καί τόν πιό ἄγριο καί ἐπιθετικό ἐχθρό. Νά μήν ζητοῦμε νά ὑπερασπίσουμε τόν ἑαυτό μας μέ ἐκδικητικά μέσα, λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἀλλά,« ἐάν πεινᾶ ὁ ἐχθρός σου, δῶσε του ψωμί, ἐάν διψᾶ, πότιζέ τον· κάνοντας αὐτό, θά συσσωρεύσεις στό κεφάλι του ἀναμμένα κάρβουνα». (Ρωμ. ιβ´, 20).
Τούς ἐχθρούς μας τούς ὑποτάσσουμε ἀπό τήν στιγμή πού τούς κάνουμε φίλους μας. Ἄν τά ὄπλα ὑποτάσσουν λαούς, ἡ ἀγάπη καί ἡ συγχωρητικότητα ὑποτάσσουν ψυχές. Κάθε ἀνεξίκακος εἶναι κι ἕνας κατακτητής.
Ἡ σημαία τοῦ Χριστιανισμοῦ δέν εἶναι σημαία τῆς ἐκδίκησης, σημαία βαμμένη στό αἷμα τῶν ἀδελφῶν, ἀλλά σημαία τῆς ἀγάπης. Ἔνδοξη σημαία πού θριαμβεύει, κατακτᾶ καί ὑποτάσσει.
Ὅταν κρατᾶμε, τήν τιμημένη σημαία τοῦ Χριστοῦ, τότε καί μόνο τότε, εἴμαστε σημαιοφόροι τῆς ἀγάπης.