Ο ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ (2 Μαΐου)

18ήμερα, 2 Μαΐου ἡ Ἐκκλησία μας, τιμᾶ καί γεραίρει τήν ἀνακομιδή τῶν ἱερῶν Λειψάνων τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου, πατριάρχου Ἀλεξανδρείας, τοῦ Μεγάλου.

Πραγματικά, πρόκειται γιά ἕναν Μεγάλο Ἱεράρχη καί Οἰκουμενικό Διδάσκαλο τῆς Ἐκκλησίας μας, πού φωτίστηκε πολύ ἀπό τόν Θεό, ὥστε αὐτός, περισσότερο ἀπὅλους τούς ἄλλους,κατανόησε καί δίδαξε τό μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Γιά τήν ὑπεράσπιση δέ τῆς ἀλήθειας ὑπέστη διωγμούς καί ἐξορίες, πέντε τόν ἀριθμό. Εἶναι ὁμολογητής καί μάρτυρας. Στό ἀνάστημά του ἦταν κοντός. Ἀλλά ἡ Ἐκκλησία τόν εἶπε «Μέγα» καί τόν παρομοίασε μέ Ἄτλαντα. Τόν εἶπε «ἄτλαντα» Ὀρθοδοξίας! Πραγματικά! Στήν ἐποχή του, αὐτός μόνος κράτησε, ὅλη τήν πίστη στούς ὤμους του!

 

Ἀπό μικρός διάβαζε πολύ τήν Ἁγία Γραφή, τήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη, τόσο ὥστε, ὅπως μᾶς λέγουν οἱ βιογράφοι του, τήν ἔμαθε ἀπέξω. Σπούδασε καί τήν κοσμική σοφία· δέν ἔδωσε ὅμως τήν καρδιά του στά μάθήματα αὐτῆς, ἀλλά τήν ἔδωσε στά θεϊκά νοήματα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἀπό τά ὁποία εἶχε συναρπασθεῖ.

Μεγαλώνοντας γνωρίστηκε μέ ἕναν ἔξοχο Ἐκκλησιαστικό ἄνδρα, μέ τόν ἀρχιεπίσκοπο τῆς Ἀλεξάνδρειας τόν Ἀλέξανδρο, ὁ ὁποῖος θαύμασε τήν ἀρετή τοῦ νεαροῦ Ἀθανασίου καί τόν ἀνέλαβε ὑπό τήν πνευματική του προστασία.

Μεγάλη σημασία ὅμως γιά τήν πνευματική πρόοδο τοῦ Ἀθανασίου εἶχε ἡ γνωριμία του μέ τόν ἅγιο Ἀντώνιο, τόν καθηγητή τῆς ἐρήμου. Ὁ μεγάλος αὐτός ἀσκητής βοήθησε καί στήριζε πολύ τόν Ἀθανάσιο, ὄχι μόνο ὅταν ἦταν νεαρός καί πήγαινε κοντά του στήν ἔρημο, ἀλλά καί ἀργότερα, ὅταν ἔγινε ποιμένας καί ἔδινε μάχες ἐναντίον τῶν αἱρετικών.

Ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας Ἀλέξανδρος, πού παρακολουθοῦσε τήν πρόοδο τοῦ Ἀθανασίου καί ἤθελε τήν ἀνάδειξή του γιά τήν ὠφέλεια τῆς Ἐκκλησίας, τόν χειροτόνησε Διάκονο καί τόν προσέλαβε ἄμεσο βοηθό τοῦ.

Τήν περίοδο αὐτή ὁ νεαρός Διάκονος ὁλοκλήρωσε δύο του βιβλία, τό «Κατά Ἑλλήνων» καί τό «Περί ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου».

Στό πρῶτο του βιβλίο μιλάει γιά τήν πλάνη τῆς εἰδωλολατρίας τῶν Ἑλλήνων, πού τούς ἔκανε νά καταπέσουν τόσο, ὥστε, παρά τήν φιλοσοφία τους, νά μεταχερίζονται τά ὄργανα τοῦ σώματός τους καί τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς τους γιά τήν διάπραξη τοῦ κακοῦ. (βλ. Λόγος κατά Ἑλλήνων 5, ΒΕΠ 30,3435.)

Στό δεύτερό του βιβλίο ὁ ἅγιος, στό «Περί ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου», μιλάει γιαὐτό πού γιορτάζουμε τά Χριστούγεννα, γιά τό ὅτι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος. Καί λέγει,γιά τόν σκοπό τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, αὐτόν τόν σύντομο λόγο: «Αὐτὸς ἐνηνθρώπησεν, ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν»! Ὁ Θεός δηλαδή ἔγινε ἄνθρωπος, γιά νά κάνει τόν ἄνθρωπο Θεό! Γιά νά θεώσειτόν ἄνθρωπο! Καί ἀφοῦ στήν Κοιλία τῆς Θεοτόκου ἑνώθηκε στό Πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ Θεία φύση μέ τήν δική μας, τήν ἀνθρώπινη φύση, ἄρα καί ἐμεῖς, στήν Κοιλία τῆς Θεοτόκου Ἐκκλησίας, μποροῦμε, διά τῶν θείων Μυστηρίων, νά ἑνωθοῦμε μέ τήν Θεία φύση καί νά πετύχουμε τήν θέωση.

Τόν Μέγα Ἀθανάσιο τόν περίμεναν μεγάλοι ἀγῶνες, οἱ ὁποῖοι ἔφεραν δόξα σαὐτόν καί στήν Ἐκκλησία. Ἐκεῖνον τόν καιρό, ἐμφανίστηκε ὁ Ἄρειος. Αὐτός καταγόταν ἀπό τήν Λιβύη, ἀλλά κατοικοῦσε στήν Ἀλεξάνδρεια καί σπούδαζε φιλοσοφία. Φαινόταν ὅτι ζοῦσε ἀσκητικό βίο, ἀλλά ἐπειδή τήν θεολογία τήν ἔκρινε μέ τήν φιλοσοφία, ἀλλά καί κυρίως γιατί ἦταν ὑπερήφανος καί δέν εἶχε τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, γιαὐτό καί ἔπεσε σέ μεγάλη βλασφημία. Βλασφήμησε τό Πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ. Δέν δεχόταν ὅτι ὁ Χριστός ἦταν πραγματικός Θεός, ὅμοιος μέ τόν Πατέρα. Δέν Τόν δεχόταν ὅτι ἦταν προαιώνιος Θεός, συναΐδιος μέ τόν Πατέρα, ἀλλά Τόν κήρυττε ὡς κτίσμα τοῦ Θεοῦ. Τά ἔλεγε δέ αὐτά τά βλάσφημά του ὁ Ἄρειος μέ δύναμη φιλοσοφικοῦ λόγου, γιαὐτό καί ἔπειθε πολλούς στήν πλάνη του. Ἀκόμη ἔπειθε καί Ἱερεῖς καί μάλιστα καί Ἀρχιερεῖς. Δημιούργησε κόμμα στήν Ἐκκλησία, ἔκανε «ἀρειανιστές».Τό πράγμα δημιούργησε ταραχή καί στήν Ἐκκλησία καί στήν κοινωνία. Γιαὐτό ὁ αὐτοκράτορας Μέγας Κωνσταντίνος, γιά νά φανεῖ ἡ ἀλήθεια, καί γιά τήν εἰρήνευση τῶν ἀνθρώπων, συνεκάλεσε τό 325 στήν Νίκαια τῆς Βιθυνίας τήν Α´ Οἰκουμενική Σύνοδο.

Στήν Σύνοδο αὐτή μετεῖχε καί ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος, ὡς Διάκονος. Ἄν καί Διάκονος, ὁ Ἀθανάσιος, ἐκπροσωπώντας τόν Γέροντα Ἐπίσκοπό του Ἀλεξανδρείας Ἀλέξανδρο, μίλησε, ἐνώπιον τῶν 318 Πατέρων τῆς Συνόδου, μέ δύναμη πολύ καί ἀπέδειξε ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί τήν Ἱερή Παράδοση ὅτι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, εἶναι ὅμοιος μέ τόν Θεό Πατέρα. Ὅτι εἶναι συνάναρχος καί συναΐδιος αὐτοῦ. Ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ἀπέδειξε ἀπό τίς Γραφές καί διακήρυξε αὐτό τό δόγμα τῆς πίστης μας: «Ἅμα Πατήρ, ἅμα Υἱός»! Ὅτι δηλαδή, δέν ὑπῆρχε χρονική στιγμή κατά τήν ὁποία δέν ὑπῆρχε ὁ Υἱός, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἄρειος. Ὁ Χριστός δέν εἶναι κτίσμα, ἀλλά εἶναι Θεός ἀληθινός. Εἶναι «ὁμοούσιος» μέ τόν Θεό Πατέρα.

Ὁ Διάκονος, ἅγιος Ἀθανάσιος ἀπέβη τό κύριο πρόσωπο τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἡ Σύνοδος κατεδίκασε τήν διδασκαλία τοῦ Ἀρείου, ἀλλά αὐτός ὁ Ἄρειος φρόντιζε,καί μετά τήν καταδίκη του,νά τήν διαδίδει καί νά ἀποκτᾶ περισσότερους ὀπαδούς. Ἔτσι καί ὅταν ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος, μετά τόν θάνατο τοῦ Ἀλεξάνδρου, ἔγινε πατριάρχης Ἀλεξανδρείας, οἱ ἀρειανοί τοῦ δημιουργοῦσαν πολλές ἐνοχλήσεις. Πετύχαιναν, μάλιστα, ἐπηρεάζοντες καί αὐτόν τόν αὐτοκράτορα Κωνσταντίνο, νά τόν ἐκτοπίζουν ἀπό τόν θρόνο του καί νά τόν στέλνουν ἐξορία. Γιά τά ὀρθόδοξα δόγματα τῆς Νίκαιας, πέντε φορές, ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος πῆγε ἐξορία. Ἀλλά ὅλες τίς σωματικές ταλαιπωρίες καί τά ψυχικά του βάσανα τά ὑπέφερε καρτερικώτατα καί δέν ὑπεχώρησε καθόλου στόν ἀγώνα του γιά τήν πίστη. Δίδαγμα αὐτό καί παράδειγμα γιά ὅλους μᾶς λαϊκούς καί κληρικούς. Παράδειγμα ὅτι πρέπει νά ἀγωνιζόμαστε γιά τήν ὀρθόδοξη πίστη μας. Γιά τήν ὑπεράσπιση τῆς πίστης μας, πρέπει νά εἴμαστε πρόθυμοι καί ἕτοιμοι καί ἐξορίες καί φυλακές καί μαρτύρια, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, νά ὑποστοῦμε. Ἔτσι εἶναι! Ὄχι μόνο νά φέρουμε τά ὀνόματα τῶν ἁγίων καί νά ἑορτάζουμε πανηγυρικά τήν μνήμη τους, ἀλλά νά μιμούμαστε καί τό ἅγιό τους παράδειγμα καί τούς ἀγῶνες τους γιά τήν πίστη.

Σᾶς λέγω δέ, ὅτι καί σήμερα ὑπάρχουν ἀρειανοί, πού δέν πιστεύουν στήν θεότητα τοῦ Χριστοῦ μας. Οἱ λέγόμενοι Χιλιαστές καί ψευδομάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, γιά παράδειγμα, εἶναι ἐγγόνια τοῦ Ἀρείου, πού πολέμησε ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος.

Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος καί στά θλιβερά γεγονότα τῆς Ἐπισκοπικῆς του ζωῆς καί στίς περιπέτειές του αἰσθανόταν μία μυστική χαρά καί ἀγαλλίαση, διότι ἔπασχε γιά τό Χριστό καί τήν Ὀρθόδοξη πίστη.

Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος οὔτε τήν γαλήνη οὔτε τήν τα­ραχή εἶχε τάξει σάν σκοπό τῆς Ἐπισκοπικῆς του ζωῆς. Οὔτε δηλαδή, προσπαθοῦσε νά ὑπάρχει πάντοτε γαλήνη καί νάτά ἔχει καλά μέ ὅλους, ἀδιαφορώντας γιά τήν ἀλήθεια, οὔτε πάλι ἐπιθυμοῦσε νά ὑπάρχει τα­ραχή κι αὐτός νά βρίσκεται στό ἐπίκεντρο τῆς ταραχῆς.

Σκοπό τοῦ εἶχε τάξει, τήν ἐπιτέλεση τοῦ καθήκοντος, τήν ὑποστήριξη τῆς ἀλήθειας, τόν ἀγώνα γιά τήν ὀρθή πίστη καί τήν ἠθική ζωή. Καί πάνω στήν ἐκτέλεση αὐτοῦ τοῦ καθήκοντος ἔζησε καί στιγμές γαλήνης καί στιγμές τα­ραχῆς.

Εἶδε πολλές φορές νά ταράζεται καί νά κλυδωνίζεται τό σκάφος τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλά παρέμενε πάντοτε ἀκλόνητος καί ἀλύγιστος. Κι ὄχι μόνο αὐτός, ἀλλά καί ὁ πιστός λαός, τό ποίμνιό του, ἔμενε σταθερό καί ἀκλόνητο. Δέν σκανδαλιζόταν μέ ὅσα ἔβλεπε νά συμβαίνουν μέσα στήν Ἐκκλησία.

Στά πνευματικά του παιδιά ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος, πού λυποῦνταν γιά τούς διωγμούς του, τούς ἔλεγε σέ κάθε ταλαιπωρία πού τοῦ συνέβαινε, αὐτό τό ὡραῖο: «Νεφύδριόν ἐστιν καὶ θᾶττον παρελεύσεται»! Δηλαδή αὐτό τό κακό πού τοῦ ἔγινε εἶναι «σύννεφο» καί σύντομα θά φύγει.

Ἄς εἶναι καί γιά μᾶς, αὐτὸς ὁ λόγος τοῦ Ἁγίου παρηγοριά στά δύσκολα τῆς ζωῆς μας. Καί ἡ κρίση στήν ἀγαπημένη μας πατρίδα «συννεφάκι εἶναι καί γρήγορα θά περάσει»! ΑΜΗΝ.       


Εκτύπωση   Email