ΤΟ ΕΡΓΟ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΖΩΗ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ (ΜΕΡΟΣ Α΄)

3ιορτάζει ἡ Μάνα καί πλέκουμε στεφάνια καί τραγουδᾶμε γλυκά. Ἡ Μάνα εἶναι ἀναντικατάστατη ὕπαρξη γιά τόν καθένα μας. Μάνα θέλησε νά ἔχει καί ὁ Θεός Λόγος, ὅταν θέλησε νά σαρκωθεῖ. Καί ἔκανε μάνα Του τήν ταπεινή Κόρη τῆς Ναζαρέτ, καί ὕστερα τήν χάρισε στόν ἄνθρωπο, «γύναι· ἴδε ὁ υἱός σου... ἰδού ἡ μήτηρ σου, καί ἀπ’ ἐκείνης τῆς ὥρας ἔλαβεν ὁ μαθητής αὐτήν εἰς τά ἴδια». (Ἰωάν. 19, 26-27)
Καί ἡ Μητέρα τοῦ Χριστοῦ ἔγινε καί δική μας Μητέρα. Μᾶς ἀγκαλιάζει ὅλους, μᾶς ἀγαπάει, καί ἐμεῖς  σάν παιδιά της τήν ἀγαποῦμε ἔστω κι ἄν κάνουμε σκανδαλιές, ἔστω κι ἄν ξεκόβουμε ἀπό τήν μητρική ἔγνοια. Νοιάζεται καί παρακολουθεῖ. Εἶναι ξάγρυπνη καί περιμένει. Καί ἐμεῖς φτάνοντας στά ὅρια τῶν ἀντοχῶν μας στρεφόμαστε καί παρακαλοῦμε.


Α) Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΥΠΗΡΞΕ Η ΓΕΦΥΡΑ ΠΟΥ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ


19ό πρόσωπο τῆς Παρθένου ἔχει τόση σπουδαία σημασία στήν ζωή τῶν χριστιανῶν ὅση  εἶχε γιά τούς Ἑβραίους ἡ διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσας. Ἡ θαυματουργική διέλευση τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσας ἦταν τό ἀποφασιστικό γεγονός, μέ τό ὁποῖο ὁ Θεός διαβεβαίωσε τούς Ἰσραηλίτες γιά τήν ἀμετάκλητη ἀπόφασή του νά ὁδηγήσει τόν Λαό του στήν γῆ τῆς Ἐπαγγελίας. Ἡ Θεοτόκος εἶναι τό πρόσωπο μέσῳ τοῦ ὁποίου ὁ Θεός φανέρωσε αὐτήν τήν ἀμετάκλητη ἀπόφασή του.
Ὅπως ἡ Ἐρυθρά θάλασσα ἔτσι  καί ἡ Θεοτόκος, εἶναι «σημεῖον» Θεοῦ. Τό καθένα ἔχει ἕνα μήνυμα: Ἡ Ἐρυθρά θάλασσα ἦταν ἕνας μεγάλος σταθμός στήν πορεία τῶν Ἑβραίων πρός τήν Πατρίδα. Ἡ Θεοτόκος ἦταν ὁ μεγάλος σταθμός στήν πορεία τῆς ἀνθρωπότητας πρός τήν αἰώνια Πατρίδα.
Ὁ δρόμος πρός τήν αἰωνιότητα περνάει ὁπωσδήποτε ἀπό τήν Θεοτόκο. Ἡ Παναγία εἶναι ἡ «διάβαση», τό πέρασμα. Δέν μπορεῖ κάνεις νά περάσει τήν Ἐρυθρά θάλασσα τῆς ζωῆς παρά μόνο μέσῳ τῆς Θεοτόκου. Χωρίς τήν Παναγία, τήν Όδηγήτρια δέν μπορεῖ κανείς νά φθάσει στήν αἰώνια Πατρίδα.Ἡ Θεοτόκος δέν εἶναι μόνο «ἡ κλίμαξ τοῦ Οὐρανοῦ» εἶναι συγχρόνως καί «γέφυρα» τῆς αἰωνιότητας «ἡ μετάγουσα τούς ἐκ γῆς πρός οὐρανόν».


Β) Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΥΠΗΡΞΕ Η ΚΑΤ᾽ ΕΞΟΧΗΝ ΠΡΟΣΤΑΤΙΣ ΚΑΙ ΟΔΗΓΗΤΡΙΑ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ


18ήμερα, ἡ ἀνθρωπότητα ζητάει καταφύγιο καί προστασία δυστυχῶς  κάτω ἀπό τήν «πυρηνική ὀμπρέλα»! Ἐμεῖς ὅμως οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες πού πολύ πρόσφατα, τό 1940 - 48, γνωρίσαμε τήν ἀκαταμάχητη Σκέπη τῆς Παναγίας δέν ἔχουμε κανένα λόγο νά  ἀμφιβάλλουμε γιά τήν προστασία τῆς Θεομήτορος. Αὐτή ὑπῆρξε ἡ Ὁδηγήτρια καί ἡ Προστάτις τοῦ Ἔθνους μας. Σ᾽ αὐτήν καί τώρα ἄς στηρίξουμε τίς ἐλπίδες μας γιά προστασία καί καθοδήγηση.
Ἔχοντές σε, Θεοτόκε, ἐλπίδα καὶ προστασίαν,
ἐχθρῶν ἐπιβουλὰς οὐ πτοούμεθα, ὅτι σκέπεις ψυχὰς τὰς  ἡμῶν.


Γ) Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ


7 Θεοτόκος, μετά τήν Ἀνάσταση καί τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου παρέμεινε μέσα στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας. Ἀφ᾽ ἑνός  μέν διότι ἡ Θεοτόκος ἦταν ἡ πρώτη «πιστεύσασα», ἀλλά καί ἀφ' ἑτέρου  διότι αὐτή ἦταν ἡ  τελευταία ἐπιθυμία τοῦ Υἱοῦ της.
Τό «ἰδού ἡ μήτηρ σου» (Ίω. ιθ' 27) πού ὁ Ἐσταυρωμένος εἰπε στόν ἀγαπημένο του μαθητή, τόν Ίωάννη, ἀπευθυνόταν σ' ὁλόκληρο τόν κύκλο τῶν πρώτων Μαθητῶν, σ' ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία. Ἔτσι ἡ Θεομήτωρ ἔγινε πιά καί μητέρα τῆς πρώτης ἐκείνης Ἐκκλησίας. Τήν θέση τῆς Θεοτόκου μέσα στήν Εκκλησία τήν καθώρισε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. Οἱ Ἀπόστολοι σεβάστηκαν ἀπόλυτα τήν θέση αὑτή καί τήν καθιέρωσαν μέσα στήν Ἐκκλησιαστική παράδοση.
«πρωτοκαθεδρία» (ἡ πρώτη θέση) τῆς Θεοτόκου μέσα, στήν Εκκλησία ὀφείλεται κυρίως στήν προσωπική της συμμετοχή στήν ἁγιοπνευματική ζωή τῆς Ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας. Ἡ Θεομήτωρ ἦταν ὁ στύλος τῆς πίστεως μέσα στήν πρώτη Ἐκκλησία. Ἡ Θεοτόκος δέν μετεῖχε μόνο δικαιωματικά, δηλαδή σάν μητέρα τοῦ Χριστοῦ, στήν Εκκλησιαστική  κοινότητα. Ἡ συμμετοχή τῆς Θεοτόκου στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας ἦταν συνειδητή, προσωπική καί ὑπεύθυνη. Δέν παραβρισκόταν ἁπλά στήν Ἐκκλησιαστική σύναξη, ἀλλά συμμετεῖχε στήν προσευχή καί τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας μαζί μέ ὅλους τούς ἄλλους πιστούς.
Ἤ συμμετοχή ὅλων μας μέσα  στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας δέν πρέπει νά εἶναι παρουσία ἐπιδεικτική. Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι χῶρος ἐπιδείξεως τῆς κοινωνικῆς θέσεως, τοῦ πλούτου ἤ ὁποιασδήποτε ἄλλης ἰδιότητάς μας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι σύναξη τῶν πιστῶν, ἐκείνων δηλαδή, πού ἔχουν κοινό δεσμό τήν πίστη, τήν ἐλπίδα καί τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Κάθε ἀπομάκρυνση ἀπό τήν βάση αὐτή ἡ Ἐκκλησία καταντά θέατρο καί κοσμική συγκέντρωση. Αὐτό πού κάνει τήν Ἐκκλησία  νά ξεχωρίζει ἀπό τίς κοσμικές συγκεντρώσεις εἶναι ἡ κοινή καί ζωντανή συμμετοχή ὅλων στό μυστήριο τοῦ Χρι-στοῦ, στό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας.


Δ) Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΥΠΗΡΞΕ Η ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΠΡΕΣΒΥΤΡΙΑ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΥΙΟΝ ΤΗΣ


15 Κύριος, πέρα ἀπό τήν τιμή καί τήν δόξα, πού χάρισε στήν Θεομήτορα, τῆς ἐμπιστεύθηκε καί ἕνα ὕψιστο λειτούργημα: τό πρεσβευτικό ἤ μεσιτικό λειτούργημα. Τήν ἀνάδειξε δηλαδή, Πρεσβευτή καί Μεσίτρια, πρώτη ανάμεσα σέ ὅλους τούς Πρεσβευτές, δηλαδή, τούς Ἁγίους. Ἀνάμεσα σέ ὅλους αὐτούς, ἡ Παναγία «προΐσταται πρεσβεύουσα».
Ἡ Παναγία Θεοτόκος πρεσβεύει γενικά ὑπέρ τῶν ἀνθρώπων καί τοῦ κόσμου. Οἱ πρεσβεῖες της ὅμως ἀναφέρονται καί σέ ἐπί μέρους θέματα καί προβλήματα τῆς ἀτομικῆς, τῆς κοινωνικῆς καί τῆς πολιτικῆς ζωῆς καί ἱστορίας τῶν ἀνθρώπων.
Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι, ἡ τιμή καί ἡ δόξα τοῦ οὐρανοῦ δέν εἶναι, μιά στατική κατάσταση, ἀλλά συνδέεται ἀπόλυτα μέ κάποιο ἐνεργητικό, δραστήριο λειτούργημα. Ὁ Ἰησοῦς μετά τήν ἀποκατάστασή του στήν δόξα τοῦ οὐρανοῦ ἀνέλαβε ἀπό τόν  Θεό Πατέρα του τό λειτούργημα τοῦ Μεσίτη καί Λυτρωτή τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλά  καί οἱ ἐκλεκτοί τοῦ οὐρανοῦ ἡ Παναγία, οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι καί  ὅλοι οἱ Ἅγιοι τῆς Θριαμβεύουσας Ἐκκλησίας πρεσβεύουν πρός τόν Θεό Πατέρα γιά τούς «ἐπί γῆς» ἀνθρώπους. Ἐμεῖς ἀκόμα ἀγωνιζόμαστε, θαλασσοπνιγόμαστε στό πέλαγος τῆς ζωῆς γι' αὐτό καί καταφεύγουμε συνέχεια στούς Ἁγίους πού εἶναι «σάρξ ἐκ τῆς σαρκός μας», ἀδελφοί μας πού ἔφτασαν στήν ἀντίπερη ὄχθη πρίν ἀπό ἐμᾶς καί τούς παρακαλοῦμε, διότι, αὐτοί ἐκεῖ πού βρίσκονται τώρα μποροῦν κάτι περισσότερο νά κάνουν, οἱ δυνατότητές τους ἔχουν αὐξηθεῖ. Οἱ Άγιοι δέν αἰσθάνονται καλά, δέν αἰσθάνονται ἥσυχοι καί εὐτυχισμένοι, διότι ακριβώς ἐμεῖς δέν εἴμαστε ἥσυχοι, καί εὐτυχισμένοι, διότι ζοῦμε στήν ἁμαρτία καί στόν πόνο.
Ἡ Παναγία μοιάζει μέ τήν μητέρα ἐκείνων, ἡ ὁποία στήν καταστροφή τοῦ πολέμου, κατώρθωσε νά φτάσει μέχρι τό φρούριο καί νά ἀσφαλισθεῖ, ἐν τούτοις ὅμως εἶναι ἀνήσυχη καί κλαίει καί ὀδύρεται, διότι τά παιδιά  της, τά ὁποῖα ἔχασε μέσα στήν σύγχυση καί τήν συμφορά τοῦ πολέμου, δέν ἔφτασαν ἀκόμη μέχρις ἐκεῖ. Γι' αὐτό καί παρακαλεῖ ἀσταμάτητα τόν Κύριο τοῦ φρουρίου, νά φροντίσει γιά τά παιδιά της: «Ἐλέησόν με, Κύριε· Κύριε, βοήθει μοι». (Ματθ. ιε΄, 21 - 28) Ὁ δέ Κύριος εἰσακούει τίς παρακλήσεις  της. (Φαράντου, 141)
Ἡ ὑποχρέωση τῆς Παναγίας καί τῶν Ἁγίων στό πρεσβευτικό ἔργο εἶναι δεδομένη, καθώς ἐπίσης καί ἡ θέλησή τους νά μᾶς βοηθήσουν. Αὐτό πού πρέπει νά κάνουμε ἐμεῖς  εἶναι νά προσφύγουμε σ' αὐτούς καί νά τούς ὑποκινήσουμε: ἕνα «γράμμα», ἕνα «τηλεφώνημα», ἕνα «ἐπεῖγον τηλεγράφημα», δηλαδή μιά ἁπλή «προσευχή», ἕνα «Κύριε, ἐλέησον» καί ἡ πρεσβευτική διαδικασία τοῦ οὐρανοῦ θά κινηθεῖ ἀμέσως, θά λειτουργήσει δραστήρια, μέ ἐπί κεφαλῆς τήν Προϊσταμένη τῶν Πρεσβειῶν μας, τήν Παναγία Θεοτόκο καί τήν συμμετοχή ὅλων τῶν πρεσβευτῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, δηλαδή τῶν Ἁγίων. Καί ὅλα αὐτά ἀθόρυβα, ἄμεσα καί ταχύτατα, μέρα καί νύχτα, χωρίς γραφειοκρατία, χωρίς καθυστερήσεις ἤ διακοπές. Ἡ Πρεσβεία μας στόν οὐρανό εἶναι ἡ πιό καλά ὀργανωμένη Ὑπηρεσία. Μιά ὑπηρεσία πού ποτέ καί κανέναν δέν ἀπογοητεύει.


Ε) ΤΟ ΜΕΣΙΤΕΥΤΙΚΟ  ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

« Και σέ μεσίτριαν ἔχω».


7 Ὀρθόδοξη εὐσέβεια ἀποδίδει στήν Παναγία καί τόν τίτλο τῆς Μεσίτριας. Στήν πραγματικότητα ὅμως ἕνας εἶναι ὁ «Μεσίτης», ὁ μεσολαβητής καί συμφιλιωτής ἀνάμεσα στόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους. «Εἰς μεσίτης Θεοῦ καὶ ανθρώπων, ἄνθρωπος Χριστὸς Ἰησοῦς». (Α´ Τιμ. β´, 5)  Τό μεσολαβητικό καί λυτρωτικό λειτούργημα δεχόμαστε ὅτι ἀνήκει ἀπόλυτα στόν Θεάνθρωπο Κύριο. Στήν Παναγία ἀποδίδουμε τόν τίτλο τῆς Μεσίτριας, πάντοτε μὲ  τὴν ἔννοια τῆς πρεσβεύτριας, ἐπειδή εἶναι μητέρα τοῦ Μεσίτου «πολλὰ ἰσχύει δέησις Μητρὸς πρὸς εὐμένειαν Δεσπότου».
Ἡ Θεοτόκος εἶναι μεσίτρια ὑπό τήν ἔννοια ὅτι δέν παύει νά πρεσβεύει καί νά ἱκετεύει γιά ἐμᾶς. Καί ἡ συνεχής αὐτή πρεσβεία της ὀνομάζεται καί μεσιτεία, ἡ ὁποία βέβαια δέν εἶναι ἀνεξάρτητη ἀπό τήν μεσιτεία τοῦ Ἰησοῦ, ἀλλά ἐντάσσεται, σ' αὐτήν καί ἐξαρτᾶται ἀπό αὐτήν.
Ἡ μεσιτεία τοῦ Χριστοῦ εἶναι φυσική. Ἡ παρρησία καί ἡ μεσιτεία τῆς Παναγίας πρός τόν Κύριο, ὀφείλεται  στήν χάρη  πού δέχθηκε ἀπό τόν Θεό μέ τό νά γίνει ἡ Μητέρα τοῦ Υἱοῦ του.
Πόση μεγάλη εἶναι ἡ φιλανθρωπία καί ἡ συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ μας! Καί μόνη ἡ αγάπη τῆς Παναγίας Τριάδος ἦταν ὑπέρ ἀρκετή γιά τήν ζωή καί τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἀλλά ἄν ἡ ἀγάπη αὐτή ἦταν ἀρκετή γιά μᾶς, δέν ἦταν ἀρκετή γιά τόν Θεό τῆς Ἀγάπης. Ἔτσι, μέ τό μεσιτικό ἔργο τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ, ἔχουμε καί νέα ἔκφραση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. «Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὅ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾽ ἔχει ζωὴν αἰώνιον». (Ἰω. γ´, 16)
Ὁ Θεός προχωρεῖ καί σέ νέα ἔκφραση τῆς ἀγάπης Του. Ἀναδεικνύει τήν Παναγία, δηλαδή ἕναν ἀπό ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους, στό λειτούργημα τοῦ οὐράνιου Πρεσβευτή, ὥστε νά μήν ἔχουμε πιά καμία  ἀμφιβολία, ἀλλά ἀπόλυτη βεβαιότητα γιά τήν σώζουσα ἀγάπη Του. Ὕστερα ἀπό κάτι τέτοιες διαπιστώσεις ὁ ἀπόστολος Παῦλος ξεσποῦσε σέ θριαμβευτικές ἰαχές, σάν κι αὐτή: «Τὰ πάντα δι' ὑμᾶς, ἵνα ἡ χάρις πλεονάσασα διὰ τῶν πλειόνων τὴν εὐχαριστίαν περισσεύσῃ εἰς τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ». (Β´, Κορ. δ´,  15)


«Πολλὰ ἰσχύει δέησις Μητρὸς πρὸς εὐμένειαν Δεσπότου».


7 πρεσβεία καί ἡ μεσιτεία τῆς Θεοτόκου, καθώς καί οἱ πρεσβεῖες τῶν Ἁγίων, θεολογικά, βασίζονται στήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας περί τῆς «Κοινωνίας τῶν Ἁγίων», στό γεγονός δηλαδή, ὅτι, ἀνάμεσα στά μέλη τῆς μιᾶς Ἐκκλησίας ὑπάρχει ἀλληλοεπικοινωνία,  κυρίως διά τῆς προσευχῆς του ἑνός ὑπέρ τοῦ ἄλλου, καί τῶν μέν, ὑπέρ τῶν δέ. Γιά τήν «κοινωνία» αὐτή καί τά ἀποτελέσματά της γράφει ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος τά ἑξῆς: «Εὔχεσθε ὑπὲρ ἀλλήλων ὅπως ἰαθῆτε· πολὺ ἰσχύει δέησις δικαίου ἐνεργουμένη. Ἠλίας  ἄνθρωπος ἦν ὁμοιοπαθὴς ἡμῖν καὶ προσευχὴ προσηύξατο τοῦ μὴ βρέξαι καὶ οὐκ ἔβρεξεν ἐπὶ τῆς γῆς ἐνιαυτοὺς τρεῖς καὶ μήνας ἐξ. Καὶ πάλιν προσηύξατο καὶ ὁ οὐρανὸς ὑετὸν ἔδωκε  καὶ ἡ γῇ ἐβλάστησε τὸν καρπὸν αὐτῆς». (ε´, 16 - 18)
Ἄν τώρα ἡ δέηση τῶν ἁπλῶν χριστιανῶν «ὑπὲρ ἀλλήλων» ἔχει τόση μεγάλη ἀποτελεσματικότητα, πολύ μεγαλύτερη θά ἔχει ἡ δέηση καί οἱ πρεσβεῖες τῶν Ἁγίων μελῶν τῆς θριαμβεύουσας Ἐκκλησίας καί μάλιστα τῆς Παναγίας! Γι' αὐτό καί ἡ πεποίθηση περί τῆς «κοινωνίας τῶν Ἁγίων» ἔχει βαθειά ἐπηρεάσει τήν ζωή καί τήν πράξη τῆς Ἐκκλησίας μας.
Κάθε Ἀκολουθία πού τελεῖται, κάθε δέηση πού ἀναπέμπεται, κάθε ἐκδήλωση πού διαργανώνεται βασίζεται στίς πρεσβεῖες τῆς Θεοτόκου καί πάντων τῶν Ἁγίων. Σέ κάθε γωνιά τοῦ Ὀρθόδοξου Ναοῦ ὑπάρχει καί ἡ Εἰκόνα ἑνός Ἁγίου, σέ στάση ἱκεσίας ὑπέρ τῶν πιστῶν.
Ἡ Θεοτόκος καί οἱ Ἅγιοι ἀποτελοῦν τήν προπομπή τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι οἱ ἀπαρχές τῆς «καινῆς» ἀνθρωπότητας πού ἡ Ἐκκλησία προσφέρει συνεχῶς σάν δῶρο στόν Θεό. Εἶναι οἱ πιό ἐκλεκτοί πολίτες  τῆς Οὐρανίου Βασιλείας, τούς ὁποίους ἡ Ἐκκλησία ἔχει διαπιστευμένους στόν Θρόνο τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτό καί οἱ Ἅγιοι ΙΙρεσβευτές μας θεωροῦν χρέος τους νά πρεσβεύουν γιά ὅλους ἐμᾶς πού βρισκόμαστε ἀκόμη «στήν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος», (Ψαλμ. 83, 6) στήν ἐξορία, «ἐν γῇ ἐρήμῳ καὶ ἀβάτῳ καὶ ἀνύδρῳ». (Ψαλμ. 62, 2)


«Παῤῥησίαν  ἔχει  πρὸς τὸν τεχθέντα ἐξ αὐτῆς τοῦ πρεσβεύειν».


7ό πρεσβευτικό λειτούργημα εἶναι ἀποτέλεσμα καί καρπός τῆς «παρρησίας», πού ἔχει ἡ Παναγία, καθώς καί οἱ Ἅγιοι μπροστά στόν Θεό. Γιά τό χάρισμα αὐτό τῆς «παρρησίας» γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος τά ἑξῆς: «Ἐν ᾧ ἔχομεν τὴν παῤῥησίαν καὶ τὴν προσαγωγὴν πρὸς τὸν Θεὸν ἐν πεποιθήσει διὰ πίστεως αὐτοῦ». Δηλαδή, ἐπειδή πιστεύουμε στόν Χριστό, μποροῦμε μέ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη νά πλησιάζουμε τόν Θεό καί νά ἀπευθυνόμαστε  σ᾽ αὐτόν. (Ἐφεσ. γ´,12)
Γιά τήν σχέση, εἰδικώτερα, τῆς «παρρησίας» τῶν Ἁγίων καί τῆς προσευχῆς των ὑπέρ ἡμῶν γράφει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης: «Αὕτη ἐστὶν ἡ παῤῥρησία ἣν ἔχομεν πρὸς αὐτόν, ὅ,τι  ἐάν τι αἰτώμεθα κατὰ τὸ θέλημα αὐτοῦ, ἀκούει ἡμῶν».  Καί νά γιατί ἔχουμε ἐμπιστοσύνη καί θάρρος ἀπέναντι στόν Θεό: Ἄν τοῦ ζητήσουμε κάτι που είναι σύμφωνο μέ τό θέλημά του, μᾶς ἀκούει. (Α´ Ἰω. ε´, 14)  
Ἡ πίστη καί ἡ ἀγάπη πρός τόν Χριστό ἐξασφαλίζει στούς Ἁγίους τό θάρρος καί τούς δίνει τήν δυνατότητα νά πλησιάζουν ἄφοβα τόν Θεό, πρός τόν ὁποῖο μιλᾶνε μέ οἰκειότητα καί ἐλευθερία. Ἀπόδειξη δέ ὅτι ἔχουν τήν παρρησία καί τό θάρρος αὐτό εἶναι τό γεγονός ὅτι ὁ Θεός ἀκούει τά αἰτήματά τους.
Ἐφ' ὅσον, λοιπόν, αὐτό ἰσχύει γιά ὅλους τούς Ἁγίους, ἰσχύει σέ μέγιστο βαθμό γιά τήν Παναγία καί Μητέρα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Παναγία ἑπομένως ἔχει μεγαλύτερη «παῤῥησία πρὸς τὸν τεχθέντα ἐξ αὐτῆς». Γι᾽ αὐτό καί ἡ καταφυγή τῆς Ἐκκλησίας στίς πρεσβεῖες τῆς Θεοτόκου εἶναι μεγαλύτερη καί συχνότερη. Γιατί κανείς ἄλλος, οὔτε ἄνθρωπος οὔτε Ἄγγελος δέν ἔχει τόση παρρησία πρός τόν Θεό ὅση ἔχει ἡ Παναγία.


«Ὅ,τι ἂν λέγῃ ὑμῖν ποιήσατε».
 

7 Θεοτόκος πρεσβεύει ὑπέρ ἡμῶν στόν Κύριο. Τόν παρακαλεῖ νά δείξει τήν παντοδύναμη ἀγάπη του καί νά καλύψει ἔτσι τίς ἀνάγκες μας καί νά λύσει τά προβλήματά μας. Πέρα ὅμως ἀπό τήν μεσιτεία τῆς Θεοτόκου ὑπάρχει καί κάτι ἄλλο πού ἡ  Ἴδια μᾶς τό ὑποδεικνύει: εἶναι ἡ πρόθυμη ὑπακοή μας στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ: «Ὅ,τι ἂν λέγῃ ὑμῖν ποιήσατε». (Ἰω. β', 5)
Συνήθως οἱ χριστιανοί ἀρκοῦνται στήν ὑποβολή αἰτημάτων στήν Παναγία, τούς Ἅγιους καί τόν Κύριο. Ζητοῦν τό ἕνα, τό ἄλλο καί ἐπαναπαύονται σ' αὐτό. Ἀπό τό ἄλλο μέρος ὅμως ἀδιαφοροῦν γιά τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καί ἡ ζωή τους δέν ἔχει καμιά σχέση μέ τό χριστιανικό τρόπο ζωῆς καί γενικά δέν ἀποτελοῦν ζωντανά μέλη τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ τακτική ὅμως αὐτή ἀποδεικνύεται ἐλλιπής καί ἐλαττωματική. Ἡ μεσιτεία τῆς Θεοτόκου προϋποθέτει τήν συμμετοχή μας στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ὅτι εἴμαστε δηλαδή, ζωντανά μέλη της. Διαφορετικά ἡ μεσιτεία τῆς Θεοτόκου αἰωρείται στό κενό. Δέν ὑποβοηθεῖται ἀπό τήν δική μᾶς ὑπακοή στόν Ἰησοῦ. Αντίθετα, ἡ μεσιτεία τῆς Θεοτόκου γίνεται δεκτή καί ὁ Κύριος ἱκανοποιεῖ τά αἰτήματά μας· πότε; ὅταν ὑπάρχει ἐκ μέρους μας ἡ ἔμπρακτη ὑπακοή στό Εὐαγγέλιό Του.
Ἡ Θεοτόκος μεσιτεύει ὑπέρ ἡμῶν καί ὄχι ἀντί ἡμῶν. Οἱ πρεσβεῖες της προϋποθέτουν τήν δική μας ὁλόψυχη ἀφοσίωση στόν Κύριο καί τόν λόγο του καί βασίζονται σ᾽ αὐτήν. Δέν πρέπει δέ νά λησμονοῦμε ὅτι τό ζήτημα τῆς σωτηρίας μας ἐξαρτᾶται κυρίως ἀπό τήν ἐλεύθερη καί ὑπεύθυνη συμμόρφωσή μας πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἡ μεσιτεία τῆς Θεοτόκου, οἱ πρεσβεῖες τῶν Ἁγίων καί ἡ χάρη τοῦ Χριστοῦ ἔρχονται σάν εὐλογία τοῦ Οὐρανοῦ στήν ἐλεύθερη καί ἐκούσια προσωπική μας ἀπόφαση νά ζήσουμε ὁλοκληρωτικά καί ἰσόβια «εἰς τὴν ὑπακοὴν τοῦ Χριστοῦ». (Β´ Κορ. γ´, 5) .

Εκτύπωση